*Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Ο πληθωρισμός αποτελεί επίμονο πρόβλημα για την ελληνική οικονομία, μοιάζοντας συχνά με τη μυθική Λερναία Υδρα. Οπως το θρυλικό τέρας που, όταν κάποιος έκοβε ένα από τα κεφάλια του, δύο νέα ξεπηδούσαν στη θέση του, έτσι και ο πληθωρισμός στην Ελλάδα φαίνεται να αλλάζει μορφή και να μετατοπίζεται από κλάδο σε κλάδο, καθιστώντας τη διαχείρισή του μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση.
Την τελευταία τριετία, η ελληνική κυβέρνηση έχει προσπαθήσει με διάφορα μέτρα να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. Αρχικά, οι αυξήσεις αφορούσαν την ενέργεια, με τα νοικοκυριά να επωμίζονται υψηλό κόστος θέρμανσης και ηλεκτρικής ενέργειας. Στη συνέχεια, οι ανατιμήσεις μεταφέρθηκαν στα βασικά τρόφιμα, επιβαρύνοντας τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Αργότερα, παρατηρήθηκαν αυξήσεις στις τραπεζικές υπηρεσίες μέσω προμηθειών, στο κόστος στέγασης λόγω αυξημένων ενοικίων και, πιο πρόσφατα, στα ασφαλιστήρια υγείας και στις μεταφορές.
Επιπλέον, ο πληθωρισμός τροφοδοτείται συνεχώς από νέες εξωτερικές πηγές. Η διακοπή της ροής ρωσικού αερίου μέσω Ουκρανίας αύξησε το κόστος ενέργειας, ενώ ο φόβος για την επιβολή δασμών από τον Ντόναλντ Τραμπ και η ανατίμηση του δολαρίου μετά την εκλογή του προκάλεσαν αλυσιδωτές επιπτώσεις στις διεθνείς αγορές.
Αυτοί οι εξωτερικοί παράγοντες ενισχύουν τις ήδη υπάρχουσες πιέσεις στην ελληνική οικονομία, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Αυτή η συνεχής μετατόπιση των πληθωριστικών πιέσεων καταδεικνύει ότι με τα υπάρχοντα μέτρα αντιμετωπίζεται προσωρινά το πρόβλημα, αλλά τα μέτρα αυτά «δεν χτυπάνε το κακό στη ρίζα του».
Οπως ο Ηρακλής χρειάστηκε μια πιο ριζική προσέγγιση για να εξοντώσει τη Λερναία Υδρα, έτσι και η Ελλάδα ίσως χρειάζεται να υιοθετήσει πιο δραστικές πολιτικές για να περιορίσει τον πληθωρισμό. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να είναι η υιοθέτηση ενός ευρέος προγράμματος ενίσχυσης του ανταγωνισμού σε επιμέρους κλάδους.
Η πάταξη των καρτέλ και των ολιγοπωλιακών πρακτικών στα τρόφιμα (π.χ. αούπερ μάρκετ), στην ενέργεια, στην ιδιωτική υγεία, στην ιδιωτική εκπαίδευση, στις μεταφορές, στις τηλεπικοινωνίες και αλλού αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός υγιούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των τιμών και σε περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων. Κατά την περίοδο των μνημονίων, η εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ αποτέλεσε ένα σημαντικό εργαλείο για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Είναι καιρός να δημιουργηθεί η «εργαλειοθήκη» της Ελλάδας. Μια δέσμη μεταρρυθμίσεων προσαρμοσμένων στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς, που θα στοχεύει στην εξάλειψη των στρεβλώσεων και στην απελευθέρωση των αγορών.
Η νέα αυτή «εργαλειοθήκη» θα μπορούσε να περιλαμβάνει αυστηρότερο έλεγχο και διάλυση των καρτέλ μέσω ενισχυμένων ελεγκτικών μηχανισμών και μέσω επιβολής αυστηρότερων κυρώσεων, προώθηση της διαφάνειας στις τιμές ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να συγκρίνουν και να κάνουν τις πιο συμφέρουσες επιλογές, περαιτέρω άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα και να μειωθεί η εξάρτηση από μεγάλες επιχειρηματικές ομάδες.
Η Ελλάδα χρειάζεται να υιοθετήσει μια στρατηγική που θα χτυπήσει τις βαθύτερες αιτίες του πληθωρισμού, αντί να περιορίζεται στη διαχείριση των συμπτωμάτων. Με αποφασιστικότητα και στοχευμένες πολιτικές είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί η σύγχρονη Λερναία Υδρα της ελληνικής οικονομίας και να τεθούν οι βάσεις για μια πιο σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη.
Είναι η ώρα να γίνει η κυβέρνηση ο Ηρακλής της οικονομίας, αναλαμβάνοντας δράση ενάντια στα ολιγοπώλια και στις στρεβλώσεις της αγοράς, δημιουργώντας ένα πιο δίκαιο και ανταγωνιστικό οικονομικό περιβάλλον για όλους.
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
23/1/2025