Quantcast

Αλλαγή παραδείγματος

γράφει ο Σωτήριος Κ. Σέρμπος*

*Αναπληρωτής καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Πρώην διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής

Ο πόλεμος Ισραήλ - Χαμάς αντανακλά ένα περίπλοκο περιβάλλον σε μια κατάσταση που δεν υπάρχει άμεση λύση. Από τις ελάχιστες σταθερές και με όλη την επισφάλεια που συνοδεύει τη Μέση Ανατολή στο σενάριο των παρατεταμένων επιχειρήσεων στη Γάζα, παραμένουν η αυτοσυγκράτηση των μεγάλων παικτών και η βούλησή τους να μην προκύψει διάχυση της κρίσης σε περιφερειακό επίπεδο. Μεταξύ άλλων λόγων, η μεγάλη εικόνα που υπήρχε έως και την 6η Οκτωβρίου, από τις Συμφωνίες του Αβραάμ έως την οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ισραήλ και Λιβάνου, εξακολουθεί να ενδιαφέρει τους εμπλεκομένους με πρώτη τη Σαουδική Αραβία. Αρα, η επόμενη ημέρα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και σε σχέση με την προηγούμενη, με την προσθήκη όμως της επιστροφής του Παλαιστινιακού ως ζητήματος πρώτης γραμμής που πλέον δεν μπορεί να αγνοηθεί και να προσπεραστεί. Ταυτόχρονα, είναι η προηγούμενη ημέρα και η σοβαρή επαναπροσέγγιση των αραβικών χωρών με το Ισραήλ που εξακολουθούν να λειτουργούν ως «τυράκι» - διαπραγματευτικό χαρτί εκ μέρους των ΗΠΑ προς όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένων των Ισραηλινών.

Στο σημείο αυτό φωτίζεται ένα από τα αδύναμα σημεία της ανάλυσης, το οποίο περιλαμβάνει την υπερτίμηση του ρόλου και κυρίως της αποτελεσματικής πίεσης που είναι σε θέση να ασκούν οι Αμερικανοί προς το Ισραήλ. Ιστορικά δεν επαληθεύεται κάτι τέτοιο. Μάλλον το ανάποδο συνέβαινε. Απλώς σε αυτόν τον πόλεμο, το γεωπολιτικό (το οποίο περιλαμβάνει και τις τιμές του πετρελαίου διεθνώς και το πώς αυτές συνδέονται όχι μόνο με την αποφυγή της ύφεσης σε δυτικές οικονομίες, αλλά κυρίως με τη στρατηγική της Δύσης έναντι της Ρωσίας) είναι ιδιαίτερα ισχυρό για τις ΗΠΑ, προκειμένου να αποφευχθεί μια περιφερειακή σύρραξη και κυρίως να αποτραπεί η διαμόρφωση συνθηκών που αργότερα πιθανόν να υποχρέωναν την εμπλοκή της Τεχεράνης. Η κατάσταση περιπλέκεται εξαιτίας των εσωτερικών του Ισραήλ και της πρόσληψης του πρωθυπουργού Νετανιάχου στη Δύση, με πολιτικούς όρους «κουτσής πάπιας». Πέρα από τις ευθύνες της επικής αποτυχίας απέναντι στην κτηνώδη τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς, παραμένει αμφίβολο εάν ο Μπενιαμίν Νετανιάχου θα προτάξει το εθνικό από το πολιτικό του συμφέρον. Μια επέκταση των επιχειρήσεων στη νότια Γάζα και συνέχιση των εχθροπραξιών τον Δεκέμβριο θα οδηγήσουν σε μη αναστρέψιμη και άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική καταστροφή, το μέγεθος της οποίας θα έρχεται στην επιφάνεια μέρα με τη μέρα, με το ερώτημα να επιστρέφει: Σε αυτή την περίπτωση πού θα πάνε οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες;

Η συλλογική τιμωρία και ο μόνιμος εκτοπισμός των Παλαιστινίων από τις εστίες τους παραμένουν κόκκινες γραμμές για την ευρωατλαντική κοινότητα αξιών και συμφερόντων. Θα πρέπει, όμως, πολύ σύντομα να μετουσιωθούν σε άσκηση πολιτικής. Είναι καιρός να ξυπνήσει και η ωραία κοιμωμένη Γηραιά Ηπειρος. Ενώνοντας δυνάμεις και σχεδιάζοντας την επόμενη ημέρα. Δυστυχώς, προ ολίγων εβδομάδων, η γεωπολιτική μας Ευρώπη και η ολοκληρωμένη προσέγγιση στη διαχείριση συγκρούσεων και κρίσεων εξαερώθηκαν -αν και η εικόνα θα ήταν διαφορετική αν γινόταν αποδεκτή η τροπολογία του Καναδά- μπροστά από τον ηλεκτρονικό πίνακα ψηφοφορίας της αίθουσας της Γ.Σ. του ΟΗΕ (8-15-4). Οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν μια καλή ευκαιρία προκειμένου να συζητήσουμε πολιτικά. Μακριά από εθνικούς ορθολογισμούς που παράγουν ευρωπαϊκούς ανορθολογισμούς. Επιπλέον, με το βλέμμα στραμμένο στις εκ νέου κρίσιμες αμερικανικές προεδρικές εκλογές καλούμαστε να αναστοχαστούμε τον Καβάφη: «Και τώρα τι θα απογίνουμε χωρίς βαρβάρους; Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις». Κρινόμαστε από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το παρόν για να χτίσουμε το μέλλον.

Τέλος, σχετικά με την Τουρκία, πέρα από ανθρωπιστική και αναπτυξιακή βοήθεια, ο ρόλος της την επόμενη ημέρα στο όποιο σχήμα προκριθεί για τη διοίκηση της Γάζας και τη συμμετοχή χωρών της περιοχής με ρόλο εγγυήτριας δύναμης, δεν θα είναι σημαντικός. Χωρίς ουσιαστικό λέγειν στο τι θα γίνει και εν πολλοίς συμβολικός (κυρίως εξαιτίας των αντιδράσεων από Αίγυπτο, Ιορδανία, Σαουδική Αραβία). Το γνωρίζει και η ίδια, γι’ αυτό και η έντονη ρητορική (διαφορετική έναντι των πρώτων ημερών που προσπάθησε να διαμεσολαβήσει, αλλά εξαιτίας της «λάθος πλευράς της Ιστορίας» βρήκε τοίχο), αποδεικνύοντας πως στερείται επιδραστικής επιρροής από κοινού σε Χαμάς (βλ. διπλωματία των ομήρων και του ρόλου που διαδραματίζει το Κατάρ), Ισραήλ και αραβικές χώρες-κλειδιά. Αντανακλώντας τις αντιφάσεις, τους περιορισμούς και τη συνεχιζόμενη ευαλωτότητα των πολιτικών της στη Μέση Ανατολή. Μεταξύ άλλων, ακροβατώντας ανάμεσα σε ήδη γνωστούς ηγεμονικούς μεγαλοϊδεατισμούς για την εκπροσώπηση του ισλαμικού κόσμου σε παγκόσμιο επίπεδο και την απόρριψη της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, τις προσπάθειες επαναπροσέγγισης με χώρες που την είχαν θέσει σε καθεστώς «σχετικής απομόνωσης» και τέλος την αδήριτη ανάγκη συνέχισης της πορείας επανεξισορρόπησης της οικονομίας της μέσω μιας σχετικής (αλά καρτ) επαναπροσέγγισης με τη Δύση. Κερασάκι στην τούρτα, η ενίσχυση του αμερικανικού αποτυπώματος στη Μέση Ανατολή και οι εύλογες ανησυχίες της για τη γενικότερη επίδρασή του στην περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων και ειδικότερα σε Συρία - Κουρδικό.