Quantcast

Η μάχη με τους πιστωτές θα είναι σκληρή

γράφει ο Παναγιώτης Λιαργκόβας*

*Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και πρώην συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή των Ελλήνων

Μπορεί να διανύουμε πλέον τον Αύγουστο με τις υψηλές θερμοκρασίες και τα μελτέμια, αλλά το φθινόπωρο δεν είναι μακριά και προβλέπεται να είναι αρκετά καυτό για τις εξελίξεις που αφορούν την οικονομία της χώρας μας. Και θα έχει από όλα: θεσμούς, αξιολογήσεις, εκθέσεις, προσχέδια Προϋπολογισμών κ.λπ. Ας τα δούμε, όμως, με τη σειρά. Πρώτα πρώτα, εκκρεμούν γύρω στα 15 προαπαιτούμενα που θα έπρεπε να είχαν κλείσει από την προηγούμενη κυβέρνηση τον περασμένο Ιούνιο. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι οι ιδιωτικοποιήσεις (Ελληνικό, ΕΛΠΕ, Εγνατία, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών), η αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του ΤΑΙΠΕΔ, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας, η μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, τα «κόκκινα» δάνεια, η προσέγγιση αντικειμενικών-εμπορικών αξιών, η στελέχωση της ΑΑΔΕ και η υπέρβαση των προσλήψεων συμβασιούχων κατά 1.550 άτομα. Επιπλέον, οι θεσμοί αναμένεται να ξεσκονίσουν την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών και, κυρίως, των εσόδων, που λογικά θα επηρεαστούν από τα ήδη νομοθετημένα φορολογικά μέτρα της τρέχουσας και της προηγούμενης κυβέρνησης, αλλά και από το αναμενόμενο, δεύτερο φορολογικό νομοσχέδιο του Σεπτεμβρίου, όπου η κυβέρνηση αναμένεται να εξειδικεύσει ολόκληρη τη φορολογική πολιτική της επόμενης τετραετίας. Συναφώς, στο μικροσκόπιο θα τεθεί το προσχέδιο του κρατικού Προϋπολογισμού του 2020, όπου θα υπάρχει πληροφόρηση για τις συνέπειες των φορολογικών ελαφρύνσεων και την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού.

Για όλα τα παραπάνω ζητήματα θα υπάρξει συζήτηση στο Eurogroup της 13ης Σεπτεμβρίου, που θα πραγματοποιηθεί στο Ελσίνκι της Φινλανδίας. Μετά το Eurogroup τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών θα έρθουν στην Αθήνα προκειμένου να συλλέξουν στοιχεία για την τέταρτη έκθεση της μεταμνημονιακής εποπτείας, η οποία αναμένεται τον Οκτώβριο. Το προσεχές φθινόπωρο, λοιπόν, θα σηματοδοτήσει και το τέλος της περιόδου χάριτος της σημερινής κυβέρνησης και, ουσιαστικά, θα ξεκινήσει η αξιολόγηση του έργου της.

Στα μεταρρυθμιστικά μέτρα δεν θεωρώ ότι θα υπάρξει πρόβλημα. Το αντίθετο, μάλιστα. Η κυβέρνηση έχει να επιδείξει μεταρρυθμιστικό οίστρο και αποφασιστικότητα να ξεπερνά τα κατά καιρούς εμπόδια (π.χ. Ελληνικό, ΕΛΠΕ κ.λπ). Αυτό δεν σημαίνει ότι θα έχει προλάβει να ικανοποιήσει όλα τα προαπαιτούμενα, καθότι το μέγεθος των προβλημάτων που παρέλαβε ήταν ήδη μεγάλο (π.χ. 1,4 δισ. ευρώ το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, δηλαδή στα ίδια επίπεδα µε τον Δεκέμβριο του 2018). Ομως, θα έχουν φανεί οι προθέσεις και οι τάσεις. Η μεγαλύτερη μάχη θα δοθεί στο μέτωπο των δημοσιονομικών μέτρων. Η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει σαφείς απαντήσεις σχετικά με το ποιος πληρώνει τις φοροελαφρύνσεις και εάν βγαίνουν τα νούμερα.

Η μείωση του ΕΝΦΙΑ μεσοσταθμικά κατά 22% αναμένεται να επιβαρύνει τον φετινό Προϋπολογισμό. Η μείωση του φορολογικού συντελεστή στις επιχειρήσεις από το 28% στο 24% και η μείωση του φόρου στα μερίσματα από 10% σε 5% θα έχουν αντίκτυπο στον Προϋπολογισμό του 2020. Μένει να φανεί αν οι αλλαγές-βελτιώσεις στη ρύθμιση των 120 δόσεων θα φέρουν περισσότερα έσοδα στα κρατικά ταμεία ή (όπως το βλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή) θα διευρύνει ακόμη περισσότερο το δημοσιονομικό κενό για φέτος και του χρόνου. Η πλήρης καταγραφή των επιπτώσεων των ψηφισμένων φορολογικών μέτρων, αλλά και η εξέλιξη του ρυθμού ανάπτυξης, θα προσδιορίσουν σε μεγάλο βαθμό το ακριβές περιεχόμενο του δεύτερου νομοσχεδίου με το μεγάλο πακέτο μειώσεων φόρων στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, καθώς και τα δημοσιονομικά μέτρα του Προϋπολογισμού του 2020. Η μάχη με τους πιστωτές θα είναι σκληρή, καθώς η κυβέρνηση προσπαθεί από τη μια μεριά να υλοποιήσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις για μειώσεις φόρων στα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και τα ακίνητα και από την άλλη να καλύψει τυχόν δημοσιονομικό κενό χωρίς να προσφύγει στις αντιαναπτυξιακές επιλογές της προηγούμενης κυβέρνησης (π.χ. μείωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων).