Quantcast

Το βέτο Μακρόν και οι επιπτώσεις σε Ελλάδα και Ε.Ε.

γράφει ο Ναπολέων Μαραβέγιας*

* Καθηγητής, Διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου Οικονομικής Πολιτικής, Διακυβέρνησης και Ανάπτυξης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός

Η άρνηση της Γαλλίας να συμφωνήσει με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στην Ε.Ε., με την αιτιολογία ότι πριν από τη διεύρυνση χρειάζεται εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, έφερε και στον ελληνικό δημόσιο διάλογο το ζήτημα του τρόπου λήψης των ευρωπαϊκών αποφάσεων. Εθεσε, δηλαδή, με σαφήνεια το θέμα του διακυβερνητικού χαρακτήρα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και, δυστυχώς, όχι μόνο.

Η στάση της Γαλλίας, ειδικότερα στην περίπτωση της Βόρειας Μακεδονίας, δημιουργεί στη χώρα μας προβλήματα, καθώς, σύμφωνα με τη συμφωνία των Πρεσπών, η χρήση της ονομασίας «Βόρεια Μακεδονία» στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας συνδέεται, δυστυχώς, με την ενταξιακή πορεία της στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ανεξάρτητα από τους λόγους που ώθησαν τη Γαλλία στην απόφαση αυτή, είναι γεγονός ότι σχεδόν τίποτα δεν μπορεί να γίνει στην ευρωπαϊκή πολιτική, εάν δεν συμφωνήσουν οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Ετσι, όταν οι αποφάσεις τους συμπίπτουν με τα ελληνικά συμφέροντα, η χώρα μας ευνοείται, ενώ συμβαίνει το αντίθετο όταν τα συμφέροντα αυτά αποκλίνουν. Στην πολυκύμαντη σχέση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ενωση, πολλές φορές έχει συμβεί σύγκλιση ή απόκλιση συμφερόντων της χώρας μας με την ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική.

Η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, με τη Συνθήκη Προσχώρησης το 1979, πριν από 40 χρόνια, ήταν μια περίπτωση σύγκλισης συμφερόντων, που αξιοποίησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Η ένταξή μας στην ευρωζώνη ήταν επίσης μια τέτοια περίπτωση, την οποία το 2000 έφερε σε αίσιο πέρας ο Κώστας Σημίτης.

Δεν ισχύει, όμως, το ίδιο με τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης στη χώρα μας από την Ευρωπαϊκή Ενωση το 2010. Πέρα από τις προφανείς ευθύνες του ελληνικού πολιτικού συστήματος για τον εκτροχιασμό της ελληνικής οικονομίας, καθώς και για την ατελή εφαρμογή της «θεραπείας» που επιβλήθηκε κυρίως από τη Γερμανία μέσω των τριών μνημονίων, η ευρωπαϊκή πολιτική διάσωσης της χώρας μας δεν συμβάδιζε πάντα με τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας. Επίσης, η ευρωπαϊκή πολιτική σχετικά με τις σχέσεις της χώρας με την Τουρκία δεν ενισχύει, όσο χρειάζεται, τις ελληνικές θέσεις. Παρά τη φραστική καταδίκη της τουρκικής απειλής έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν προχωρά σε συγκεκριμένα μέτρα, προφανώς λόγω των συμφερόντων των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών και ειδικότερα της Γερμανίας στην Τουρκία.

Είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα, παρά τις διακυμάνσεις, έχει συνολικά επωφεληθεί από τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αρκεί μόνο να συνυπολογιστεί η χρηματοδοτική συμβολή της ΚΑΠ και της Περιφερειακής Πολιτικής στην ανάπτυξη της ελληνικής υπαίθρου και στη δημιουργία υποδομών. (1)

Σε κάθε περίπτωση, είναι προς το συμφέρον της χώρας μας η υποστήριξη του υπερεθνικού χαρακτήρα της Ενωσης έναντι του διακυβερνητικού, ο οποίος έχει αναβιώσει τα τελευταία χρόνια. Δυστυχώς, η ενίσχυση των εθνικιστικών πολιτικών δυνάμεων σε πολλές χώρες-μέλη, περιλαμβανομένων της Γερμανίας και της Γαλλίας, παρά το γεγονός ότι δεν κυριαρχεί, φαίνεται ότι επηρεάζει τη λήψη των αποφάσεων. Η πρόταξη των εθνικών έναντι των ευρωπαϊκών συμφερόντων από τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες δημιουργεί διαλυτικές τάσεις.

Ο διακυβερνητικός τρόπος λειτουργίας της Ενωσης είναι εμφανής όχι μόνο στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και στο επίπεδο της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης. Η δυστοκία στην ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ενωσης, η αντίθεση στη δημιουργία Προϋπολογισμού στην ευρωζώνη και γενικότερα η αντίσταση στην ανάγκη μιας ατελούς, έστω, Κοινής Δημοσιονομικής Πολιτικής, που θα συμπληρώνει την Κοινή Νομισματική Πολιτική, όπως προτείνει κυρίως η Γαλλία, οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην «εγωιστική» άρνηση της Γερμανίας να συμφωνήσει με την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στον τομέα αυτόν.

Η επίκληση από τη Γερμανία, κυρίως, του περίφημου «ηθικού κινδύνου», δηλαδή του γεγονότος ότι μερικές χώρες-μέλη μπορεί να επωφεληθούν εσκεμμένα εις βάρος των άλλων χωρών από την Τραπεζική Ενωση ή την Κοινή Δημοσιονομική Πολιτική, δεν αληθεύει, εφόσον ισχύουν οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Εποπτείας των Ευρωπαϊκών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Επιτήρησης των Προϋπολογισμών των χωρών-μελών.

Από την άποψη αυτή, η θέση της Γαλλίας ότι πρέπει να προηγηθεί εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης πριν από τη διεύρυνση συμπίπτει με τα ελληνικά συμφέροντα, καθώς φαίνεται να ενισχύει την αλληλεγγύη και τη δημοκρατία στην Ενωση. Ωστόσο, θα έπρεπε να γίνει μια προσπάθεια εξαίρεσης της περίπτωσης της Βόρειας Μακεδονίας, λόγω των προβλημάτων που προκύπτουν από τη συμφωνία των Πρεσπών.

-----------

  1. Ν. Μαραβέγιας & Θ. Σακελλαρόπουλος επιμ., Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση: Η ιστορία μιας πολυκύμαντης σχέσης, Εκδόσεις Διόνικος, Αθήνα 2018