Quantcast

Τουρκία: Η μητέρα των μαχών

γράφει ο Σωτήριος Κ. Σέρμπος*

*Αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, πρώην επιστημονικός διευθυντής Σχεδιασμού Πολιτικής στο υπουργείο Εξωτερικών

Μετά από μια εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία, πασπαλισμένη με το γνωστό «τουρκικό δράμα», που κατέδειξε τόσο τα ετερόκλητα χαρακτηριστικά της συμμαχίας των έξι της αντιπολίτευσης όσο και τη συγκολλητική αντι-Ερντογάν ουσία, ο βετεράνος Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ορίστηκε ως ο κοινός υποψήφιος που θα αναμετρηθεί για τον προεδρικό θώκο με τον λαβωμένο, αλλά ακόμα «πολύ σκληρό για να πεθάνει» ηγέτη της νέας Τουρκίας. Λίγες ημέρες νωρίτερα, τα μπρος-πίσω της Μεράλ Ακσενέρ (της αρχηγού του Καλού Κόμματος που διέσπασε πολιτικά τις συντηρητικές δυνάμεις) κατέδειξαν το σοβαρό και αδικαιολόγητο πολιτικά σφάλμα εκ μέρους της - λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι αποχώρησε με ιδιαίτερα αιχμηρό τόνο και ύφος και χωρίς να έχει εξασφαλίσει συμφωνία από τους δημάρχους Κωνσταντινούπολης και Αγκύρας, ώστε να προκριθεί ένα (με βάση τα δημοκοπικά δεδομένα) αποτελεσματικότερο άλογο κούρσας. Ο συμβιβασμός που προκρίθηκε, μετά τις έντονες αντιδράσεις από το εκλογικό σώμα που πρόσκειται στην αντι-Ερντογάν τοποθέτηση και το ηχηρό κάλεσμα για ενότητα που απηύθυνε λειτούργησαν ως «καρότο», προκειμένου να σωθούν για την ίδια τα προσχήματα. Πρόκειται για εξέλιξη που αποτυπώνεται στο τελευταίο (εμβόλιμο) άρθρο 12 της συμφωνίας που τελικώς επιτεύχθηκε χάρη στην εμπροσθοβαρή διαμεσολάβηση του επιτελείου Κιλιτσντάρογλου. «Οι δήμαρχοι της Κωνσταντινούπολης και της Αγκυρας θα διοριστούν ως αντιπρόεδροι σε χρόνο και με καθορισμένα καθήκοντα, όποτε ο πρόεδρος το κρίνει σκόπιμο».

Αξίζει να σημειωθεί πως οι διευρυμένες αρμοδιότητες των αντιπροέδρων που επιθυμούσε η Ακσενέρ προσκρούουν στο τουρκικό Σύνταγμα και στο ενισχυμένο προεδρικό μοντέλο που δεν προβλέπει κάτι αντίστοιχο. Επί του πρακτέου, άλλαξε μόνο το περιτύλιγμα και όχι το περιεχόμενο. Προφανώς, είναι στο σκέλος της στρατηγικής επικοινωνίας για την προεκλογική καμπάνια που θα αξιοποιηθούν οι δύο δημοφιλείς δήμαρχοι. Από εκεί και πέρα, κρίσιμη παραμένει η κουρδική ψήφος, που θα τη διεκδικήσουν και οι δύο προεδρικοί υποψήφιοι. Ο Κιλιτσντάρογλου, αξιοποιώντας και το μοντέλο των δημοτικών εκλογών, έχει από καιρό προχωρήσει σε σχετικά ανοίγματα, μετασχηματίζοντας μεταξύ άλλων τη φυσιογνωμία του κόμματός του έναντι των Κούρδων. Απομένει να δούμε πώς θα επαναπροσδιοριστεί η στρατηγική του Ερντογάν και σε τι ανοίγματα θα προχωρήσει και ο ίδιος σε αυτό το κριτικού χαρακτήρα τμήμα του εκλογικού σώματος.

Ως προς την ατζέντα των δύο υποψηφίων, ενδιαφέρον παρουσιάζει πως ο Ερντογάν, έχοντας περάσει τον κάβο των πρώτων εβδομάδων ως προς τις ευθύνες του από την 20ετή διακυβέρνηση -με μόνο ορισμένους εργολάβους να πληρώνουν το μάρμαρο- ορθά επιλέγει να εστιάσει μονοθεματικά στην επόμενη ημέρα, μετά τον καταστροφικό σεισμό και την ανασυγκρότηση της περιοχής. Εδώ, λοιπόν, είναι που ρίχνει στην υπαρξιακή για τον ίδιο μάχη το χαρτί του στιβαρού ηγέτη που θα εγγυηθεί γρήγορα αποτελέσματα στη διαχείριση της κρίσης - αντιπαραβάλλοντας το τραπέζι των έξι, που περιλαμβάνει συγκρουόμενα ή/και ανταγωνιστικά συμφέροντα για το «μοίρασμα της εξουσίας» την επομένη των εκλογών. Τα οποία εξαιτίας και της φύσης του συναινετικού μοντέλου στη λήψη των αποφάσεων θα επηρεάσουν την ταχύτητα στη λήψη των αποφάσεων και, μάλιστα, σε συνθήκες κρίσης. Στο σημείο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη πως ένα 60% των Τούρκων ψηφοφόρων τοποθετείται στο κέντρο και επηρεάζεται από την αποτελεσματικότητα του μοντέλου διακυβέρνησης και το προφίλ του ηγέτη, προκύπτει το σοβαρό ερώτημα σε ποιο βαθμό οι εκλογικές τους προτιμήσεις θα επηρεαστούν από το δίλημμα που θα τεθεί υπ’ όψιν τους. Στην αντίπερα όχθη, ο Κιλιτσντάρογλου θα πρέπει να αποδώσει αυξημένη προσοχή στις εγγυήσεις και τις δικλείδες ασφαλείας που θα θωρακίσουν ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό μοντέλο διακυβέρνησης εκ μέρους των έξι.

Συμπερασματικά, ο εξωτερικός παρατηρητής παρακολουθεί μια Τουρκία που την επομένη των προεδρικών/κοινοβουλευτικών εκλογών (με ή χωρίς Ερντογάν, με ή χωρίς διαμοιρασμό της εξουσίας μεταξύ προεδρίας και Κοινοβουλίου) δεν θα κινηθεί σε ρυθμούς «business as usual». Ως απόρροια της ανεξέλεγκτης πιστωτικής επέκτασης και των ανορθόδοξων πολιτικών, η ούτως ή άλλως εύθραυστη οικονομία θα απαιτούσε μέτρα μετά τις εκλογές. Πλέον, τα μέτρα που θα ληφθούν θα είναι αυξημένα, εξαιτίας του κόστους ανασυγκρότησης και της διεθνούς βοήθειας που θα λάβει -όχι όμως άνευ όρων- η Τουρκία. Στο πλαίσιο αυτό, αναβαθμίζεται ακόμα περισσότερο η διαμόρφωση μιας διάδοχης κατάστασης σε συνθήκες, όμως, εξομάλυνσης και εθνικής συνεννόησης. Με ανταπόκριση στο αίτημα για συμφιλίωση και ενότητα διά της βασανιστικής σύνθεσης μεταξύ κοσμικότητας και Ισλάμ. Επιπρόσθετα, η αποφυγή παραλυτικών εσωτερικών ρηγμάτων κρίνεται απαραίτητη, ώστε να μην εγκλωβιστεί η οικονομία στην υπο-απόδοση. Αν δεν επιτευχθεί μια τέτοια συνθήκη, οι επιπτώσεις στη συνοχή της κοινωνίας και ο κίνδυνος μιας παρατεταμένης αστάθειας κάθε άλλο παρά θα πρέπει να αποκλειστούν.