Quantcast

Δύο στα δύο

Η ομιλία του Γιώργου Παπανδρέου στη Βουλή στις 6 η ώρα το απόγευμα της Πέμπτης ήταν, αν μη τι άλλο, διαφορετική. Ο πρώην πρωθυπουργός ξεκίνησε από τις υποκλοπές και κατέληξε στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και στο χαμένο όνειρο της «ενεργειακής δημοκρατίας», δηλαδή της μετάβασης στην πράσινη ανάπτυξη με ένα μοντέλο συμμετοχικό, όπως το περιέγραψε. Το ύφος του Μάκη Βορίδη που παρακολουθούσε από τα υπουργικά έδρανα πρόδιδε μια ποικιλία συναισθημάτων, μεταξύ έκπληξης και απόγνωσης. Οι τρεις -όλοι κι όλοι- βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που ήταν παρόντες χειροκρότησαν θερμά. Γιατί μπορεί ο Παπανδρέου να έμοιαζε εκτός πολιτικού τόπου και χρόνου, ωστόσο η ομιλία του ήταν μια όαση πολιτικού πολιτισμού ανάμεσα στη Δώρα Αυγέρη (ΣΥΡΙΖΑ), που αποκάλεσε τον πρωθυπουργό «κοινό νταβατζή», και στον Κώστα Μαραβέγια (Ν.Δ.), που χαρακτήρισε τους πολιτικούς του αντιπάλους «πιθήκους που ουρλιάζουν». Είχε προηγηθεί και μια ντουζίνα στελεχών της Ν.Δ. που πλειοδοτούσαν σε ευρηματικότητα και χαρακτηρισμούς για τον επικεφαλής της ΑΔΑΕ, Χρήστο Ράμμο. «Delivery boy» και «Πέμπτη φάλαγγα του ΣΥΡΙΖΑ (Δημήτρης Μαρκόπουλος), «Κουμουνδούρου ολέ» (Αδωνις Γεωργιάδης), «ευτελίζει το αξίωμά του» (Τάσος Χατζηβασιλείου).

Δεν φαντάζομαι πως κάποιος περίμενε ότι θα γίνει σοφότερος για το σκάνδαλο των υποκλοπών από την τριήμερη συζήτηση στη Βουλή. Ούτε ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε αυτήν την πρόθεση, όταν κατέθεσε την πρόταση δυσπιστίας. Ομως, η υπόθεση ήταν πολύ μεγάλη για να την αφήσει να περάσει, ενώ μπορούσε να «στριμώξει» τον πρωθυπουργό και να τον πλήξει προσωπικά. Επίσης, μπορούσε να εξουδετερώσει το ΠΑΣΟΚ. Απόντος του (ούτως ή άλλως εξαφανισμένου) Νίκου Ανδρουλάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως ο μόνος εκφραστής της Κεντροαριστεράς.

Η fast track κοινοβουλευτική διαδικασία εξελίχθηκε σε σύγκρουση δύο θεωριών: Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στόχευσαν στο Μαξίμου και στη λειτουργία της ΕΥΠ, οι εκπρόσωποι της Ν.Δ. έβαλαν στο κάδρο την Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου. Οι περιγραφές, τα υπόγεια ρεύματα και οι προνομιακές σχέσεις που αναδείχθηκαν οδηγούσαν σε ενέργειες αυθαίρετες και πλήρως εξωθεσμικές, έστω και αν είχαν τη βούλα νόμων και Συντάγματος.

Η αξιωματική αντιπολίτευση εστίασε στη λειτουργία της ΕΥΠ. Τα στελέχη της Κουμουνδούρου -και της Χαριλάου Τρικούπη- «πυροβόλησαν» κατά ριπάς, καθώς, ναι μεν, οι παρακολουθήσεις είχαν την εισαγγελική σφραγίδα και εντάσσονταν στην κατηγορία των «νόμιμων επισυνδέσεων», ωστόσο αυτό δεν αποδεικνύει ούτε την αναγκαιότητά τους ούτε «ξεπλένει» την αυθαιρεσία όποιου αποφάσιζε τους στόχους των παρακολουθήσεων. Εντός ΕΥΠ, εντός Μαξίμου, ή σε συνδυασμό και των δύο, είχε στηθεί αυτό το αόριστο «ρυπαρό δίκτυο», που στοχοποιούσε στελέχη, τους έστηνε κατασκοπευτικές παγίδες και τους κρατούσε «ομήρους». Και αν τις εντολές δεν τις έδινε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως επιμένει η κυβερνητική ρητορική, σίγουρα τις έδιναν κάποιοι άλλοι που αντλούσαν τη δύναμή τους από τον πρωθυπουργό. Εν γνώσει του ή εν αγνοία του, ήταν συμμέτοχος.

Η κυβέρνηση απάντησε εστιάζοντας την κριτική της στην ΑΔΑΕ, στον πρόεδρό της Χρήστο Ράμμο και σε στελέχη της, στα οποία καταλογίζουν προνομιακές σχέσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ. «Γαλάζιοι» υπουργοί και βουλευτές στηλίτευσαν την αποδοχή εκ μέρους του κ. Ράμμου του αιτήματος του Αλέξη Τσίπρα να ενημερωθεί για τις παρακολουθήσεις τηλεφώνων τρίτων, το οποίο, όπως τονίζουν, είναι παράνομο. Στάθηκαν στο ότι ουδέποτε από τότε που λειτουργεί η ΑΔΑΕ δεν είχε δώσει προσωποποιημένα στοιχεία για παρακολουθούμενους και μάλιστα χωρίς τη συναίνεσή τους. Τον κατηγόρησαν για παραβίαση του απορρήτου, ενώ δουλειά της Ανεξάρτητης Αρχής είναι η προστασία του.

Αν αυτές οι αλληλοκατηγορίες έχουν μια βάση αλήθειας -και φαίνεται πως έχουν-, τότε μόνο σε ένα συμπέρασμα μπορεί να καταλήξει κανείς. Πως η ΕΥΠ είναι «σουρωτήρι» και πιόνι στα χέρια ενός πρωθυπουργού ή των αυλικών του, ενώ και η ΑΔΑΕ έχει μια λειτουργία άκρως προβληματική και αναποτελεσματική.

Δύο στα δύο λάθος δομημένα; Ετσι μοιάζει. Κι αυτός ο σφικτός εναγκαλισμός, ο βρόχος, στις σχέσεις κράτους, θεσμών και υπηρεσιών δεν μας αφήνει ποτέ να πάμε παρακάτω. Στο όνομα του Συντάγματος και δεκάδων δήθεν βελτιωτικών νόμων, γίνονται καθημερινές μικρές και μεγάλες εκτροπές, στις οποίες εθιζόμαστε και στο τέλος τις θεωρούμε και φυσιολογικές. Και εδώ που φτάσαμε διορθώσεις και μπαζώματα δεν αρκούν. Χρειάζεται γκρέμισμα και ξαναχτίσιμο από την αρχή.