Εικόνες, ιστορίες, γεύσεις και άνθρωποι από τα εντυπωσιακά χωριά της Βόρειας Χίου, έναν τόπο που κρατά την ισχυρή ταυτότητά του.
Η Χίος είναι συνδεδεμένη στη συνείδηση των περισσότερων ως το νησί της μαστίχας. Σ΄αυτό το ταξίδι, χωρίς να παραβλέψουμε αυτή την παραξενιά της φύσης που δίνει μια ισχυρή ταυτότητα στο νησί, συναντήσαμε ικανούς και αεικίνητους Χιώτες που μας έδειξαν τα δικά τους όμορφα και διαφορετικά, καθημερινά πρόσωπα, αυτού του στιβαρού και πανέμορφου νησιού που κρύβει μοναδικότητα, καθηλωτική ομορφιά και σπάνιες γεύσεις.
Η κα. Πέρδικα, τα Αυγώνυμα και η ιστορία της αναστήλωσης
Τα Αυγώνυμα είναι ένα «πέτρινο» μεσαιωνικό καστροχώρι που χτίστηκε από τους τεχνίτες της πέτρας που έχτισαν τη Νέα Μονή, το 1045 μ.Χ. Είναι must προορισμός για τη θέα του ηλιοβασιλέματος στο Αιγαίο πέλαγος και τα Ψαρά.
Ο οικισμός έχει αναστηλωθεί κατά μεγάλο μέρος του με σεβασμό στη λαϊκή αρχιτεκτονική και τα περισσότερα γραφικά σπιτάκια του έχουν μετατραπεί σε κουκλίστικους ξενώνες. Στην κεντρική πλατεία δεσπόζει η εκκλησία του χωριού, οι ταβερνούλες αλλά και τα τζιπ και τα αυτοκίνητα που παρκάρουν στο πλακόστρωτο.
Περπατάμε ανάμεσα στα σπίτια που είναι χτισμένα πολύ κοντά το ένα στο άλλο. Είναι πρωί και η ατμόσφαιρα είναι ήσυχη και γαλήνια.
Σε μια στιγμή από ένα μικρό σοκάκι ξεπροβάλλει η κα. Πέρδικα, η τελευταία κάτοικος του χωριού που μιλάει την αυγωνιμούσικη διάλεκτο. Γεννήθηκε, μεγάλωσε και παντρεύτηκε στα Αυγώνυμα, έκανε δύο κόρες, έχει και δισέγγονο, με χαμόγελο που δε φεύγει από τα χείλη της, παρότι η ζωή της δεν ήταν εύκολη. «Ζήσαμε τηρανισμένα χρόνια εγώ με τον αδερφό μου. Και στα κάρβουνα τότε που κάμνανε επήγαινα και ξύλα στα βουνά κουβάλου, και λιές εμάζουνα κι απ΄όλα τα καλά. Και στη Χώρα επήγαινα στη ζούλα μη μας πιάσουν για να τα πουλήσουμε τα κάρβουνα επειδή απαγορευόταν, να πάρω το χαρτζιλίκι μου να ψωνίσω για να ταΐσω τους δικούς μου που δεν είχαν σύνταξη τότε. Τώρα είμαι “για εκείνα τα νερά”, για φευγιό» λέει αστειευόμενη, και εξηγεί «το ποτάμι ρέει ως εκεί που θέλει ο Θεός».
Το χωριό εγκαταλείφθηκε σχεδόν τη δεκαετία του ’60 και πριν από περίπου 20 χρόνια ξεκίνησε η αναστήλωσή του. Η συζήτηση με τον Γιώργο Μισσετζή, τον επιχειρηματία που το 1989 αναστήλωσε το οικογενειακό σπίτι της γυναίκας του και έβαλε στόχο να προστατεύσει την παραδοσιακή όψη των Αυγώνυμων, είναι διαφωτιστική: «Από το΄89 και για 5-6 χρόνια ερχόμασταν κάθε σαββατοκύριακο. Αυτό μου έδωσε μια πολύ φωτεινή ένδειξη ότι το χωριό είναι τόπος χαλάρωσης. Κατάλαβα ότι είναι γιατρικό να έχεις ένα σπίτι σε ένα τέτοιο χωριό» αναφέρει καθώς παίρνουμε πρωινό στην αυλή από «Τα Σπιτάκια», την πετρόκτιστη μονάδα που δημιούργησε το 2015 με βάση το οικογενειακό εξοχικό.
Ακολούθησαν κι άλλοι από την πόλη, που σεβάστηκαν τη τοπική λαϊκή αρχιτεκτονική κι έδωσαν το παράδειγμα και στους ντόπιους να κάνουν το ίδιο και να αξιοποιήσουν τα πατρικά σπίτια τους συντηρώντας τα. «Βοήθησε βέβαια και ότι υπήρξε αυστηρή παρέμβαση της πολεοδομίας που μοίρασε πρόστιμα σε όσους είχαν αυθαιρετήσει» επισημαίνει ο Γ. Μισσετζής.
Στην παρέα μας βρίσκονται κι άλλοι ένοικοι, ανάμεσά τους ένας γνωστός δημοσιογράφος και μια πολιτική μηχανικός από την Αθήνα, που ως digital nomads, καταφέρνουν και απολαμβάνουν την φθινοπωρινή μαγεία του χωριού. «Εχουμε πολλούς πιστούς επισκέπτες, είναι ευλογημένος τόπος, δεν έχει αλλοιωθεί, γοητεύει τον κόσμο. Την Ανοιξη και φθινόπωρο έρχονται φυσιολάτρες, το Χειμώνα οι Χιώτες για σαββατοκύριακο, κι έχουμε πολλούς Ευρωπαίους που έρχονται κάθε χρόνο από Ιούνιο-Οκτώβριο για τις διακοπές τους». Φεύγοντας το μυαλό μου ήδη φτιάχνει εικόνες επιστροφής και ανταμώματος στα Αυγώνυμα.
Η μοναδική κάτοικος στην Ανάβατο, που δεν αισθάνεται καθόλου μόνη
Η θέα από μακριά στο συγκλονιστικό χωριό Ανάβατος προκαλεί δέος. Χτισμένο στην άκρη ενός ψηλού γκρεμού, από τους Αναβατούσιους οι οποίοι ήταν κυρίως ξυλουργοί και γνώριζαν την παραδοσιακή ναυτική ναυπηγική, αφού δούλευαν στα ναυπηγεία του σουλτάνου. Ο Ανάβατος, κουβαλά πολλά προσωνύμια. Είναι ο «Μυστράς του Αιγαίου» αλλά και ο «Ζάλογγος της Χίου», αφού όταν καταλήφθηκε με προδοσία από τους Τούρκους, οι Χιώτισσες προτίμησαν να πηδήσουν στον γκρεμό μαζί με τα παιδιά παρά να πέσουν στα χέρια τους. Σήμερα το χωριό είναι έρημο, αν και βλέπεις σε εξέλιξη έργα αναπαλαίωσης. Η βόλτα στο χωριό καταλήγει στην πλατεία όπου συναντάμε την κ. Σμαράγδα, τη μοναδική κάτοικο του Ανάβατου.
Γέννημα θρέμμα Πειραιώτισσα, αποφάσισε πριν από 30 χρόνια, στα 53 της χρόνια, να αποτραβηχτεί σ΄αυτό το μοναδικό μέρος, κάνοντας στροφή 180 μοιρών στη ζωή της. Από «πολίτης του κόσμου» που ταξίδευε από Γαλλία, Ιταλία, και σε πολλές ακόμη χώρες της Ευρώπης «ήρθα εδώ και καταλάγιασα. Πάντα ήμουν ελεύθερη… ποτέ δεν έχω μπει σε ζυγό, δεν τον άντεχα από παιδί. Γι΄αυτό και δεν παντρεύτηκα. Αρραβωνιάστηκα 15 φορές, κι όταν έφτανε η ώρα του γάμου, έκανα το “στρίβειν δια του αρραβώνος”. Ασχημο πράγμα ο ζυγός» λέει η ίδια.
Κοιτάζοντας τριγύρω το άγριο τοπίο, τα μισογκρεμισμένα γκρεμισμένα κτήρια αναρωτιέμαι πως περνάει η μέρα σ΄αυτό το τόσο μοναχικό μέρος. «Ωρες να ‘χεις εδώ. Μόνο για να ποτίσω τα λουλούδια μου θέλω 2-3 ώρες κάθε πρωί. Μετά έχω τα ζωάκια μου να τα φροντίσω. Πάπιες, χήνες, κοτούλες, γάτες, σκύλους. Τα βράδια που πέφτει ο ήλιος, έχω 3.000 δίσκους και 4.000 CD, φολκλορική μουσική, από Ινδίες, από Κίνα, Ευρώπη, τσιγγάνικα, τζαζ, ελληνική μουσική, τα πάντα» λέει και σκέφτομαι πόσο έχει περιορίσει τι ανάγκες της, και πόσο αυτάρκης πρέπει να νιώθει σ΄αυτό τον έρημο τόπο, που μοιάζει να κατοικείται από φαντάσματα. «Φαντάσματα είναι οι άνθρωποι, δεν υπάρχουν φαντάσματα» λέει η κ. Σμαράγδα πριν μας αποχαιρετήσει.
Το μοναστήρι της Νέας Μονής
Η επίσκεψη στη Νέα Μονή είναι μια μοναδική εμπειρία. Χτισμένη σε μια υπέροχη θέση μοιάζει να εποπτεύει την πόλη της Χίου, ενώ η ματιά φτάνει ως τα μικρασιατικά παράλια.
Ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα υπό τον βυζαντινό αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΧ, ολοκληρώθηκε το 1045, ενώ χτιζόταν για πάνω από 40 χρόνια κι έγινε ένα από τα πιο ονομαστά μοναστήρια του Αιγαίου, ενώ η αυτοκράτειρα Θεοδώρα το προίκισε με το δικαίωμα να έχει πλοίο. Στο πέρασμα των χρόνων έζησε πολλές καταστροφές, εγκαταλείφθηκε με βίαιο τρόπο κατά το 19ο αιώνα, όταν οι Τούρκοι, ψάχνοντας για θησαυρούς, έσφαξαν όλους τους μοναχούς κι έκαψαν τα πάντα.
Παραμένουν τα θαυμάσια μωσαϊκά του, ενώ είναι γνωστό και για το μακάβριο θέαμα των κρανίων των 800 σφαγιασθέντων μοναχών, τα οποία βρίσκονται στο παρεκκλήσι του Τιμίου Σταυρού, και για την εντυπωσιακή Τράπεζα, ένα επίμηκες κτιστό μαρμάρινο τραπέζι που αποτελούσε τον χώρο κοινής εστίασης των μοναχών. Σήμερα η Νέα Μονή έχει χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Στο «μπαλκόνι της Χίου»
Εχει σουρουπώσει όταν φτάνουμε στον περίβολο της Ιστορικής Εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου Συκούσης με θαυμάσιο βοτσαλωτό. Εκεί μας περιμένει ο δραστήριος Νίκος Κύλης, που αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα ανθρώπου που αγαπά τον τόπο του και φροντίζει για την ανάδειξή του. Πρώτα απ΄όλα μας δείχνει την εντυπωσιακό Βυζαντινό ναό του Αγίου Γεωργίου που χρονολογείται στα μέσα του 11 ου αιώνα, έχει υπέροχες τοιχογραφίες ξυλόγλυπτο τέμπλο και αποτελεί πιστό αντίγραφο της Νέας Μονής, στον οποίο βρίσκονται σε εξέλιξη έργα αναστήλωσης.
Στη συνέχεια, η βόλτα στα γραφικά δρομάκια του χωριού, με τις περίτεχνες καμάρες και τα πετρόχτιστα σπίτια με τη σπάνια αρχιτεκτονική και ξεναγό τον κ.Κύλη είναι απολαυστική. Το χωριό στα παλιά χρόνια ήταν περιφραγμένο με οχυρό τείχος με πύργους απ΄τα οποία σώζονται η πύλη του μοναστηριού και ένας πύργος, τα οποία αναδεικνύουν την ιστορικότητα του χωριού, που ιδρύθηκε το 1518 και παραμένει ένα από τα πιο εύπορα χωριά της Χίου, παρα΄γονατς λάδι, μαστίχα, σύκα, αν και ο ο Αη Γιώργης φημίζεται για τους με τους πανέμορφους τριανταφυλλεώνες του, που κάθε Μάη μεταμορφώνουν την όψη του χωριού.
Το χωριό βρίσκεται σε μια προνομιακή θέση στη κεντρική Χίο, πάνω σε ύψωμα που κατοπτεύει όλη την εύφορη περιοχή των Καμποχώρων και τα μικρασιατικά παράλια και το Τσεσμέ, και είναι πραγματικά το «μπαλκόνι της Χίου».
Η βραδιά κλείνει με ένα τσιμπούσι στην ψησταριά στης «Πλατείας Μπου», όπου η σύζυγος του κ.Νίκου, Χρυσούλα, μαγειρεύει τα χειροποίητα χερίσια ζυμαρικά, φάβα και λαχανοντολμάδες και ντ’οπια κρεατικά όλα με σπιτική φροντίδα και νοστιμιά, με αποκορύφωμα το γλυκό του κουταλιού τριαντάφυλλο που ταιριάζει πολύ με στραγγιστό γιαούρτι.
Υπαίθριο μαγείρεμα στη Βέσσα
Η Βέσσα είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά μεσαιωνικά χωριά της Χίου. Βρίσκεται στο κέντρο μιας μεγάλης λεκάνης, είναι εξολοκλήρου πετρόχτιστο, περίκλειστο σαν οχυρό, έχει σφιχτή ρυμοτομία, μια καλά διατηρημένη πύλη, και κτήρια που θυμίζουν πύργους. Τα κλικ από τις κάμερες και τα κινητά δίνουν και παίρνουν από την ομάδα που έχει εντυπωσιαστεί από το θέαμα. Ένα όμορφη σύνολο από μεγάλα περιποιημένα, αλλά και αρκετά μισοερειπωμένα και ακατοίκητα σπίτια. Το ίδιο σκηνικό, συναντάμε και στην μέσα πλατεία, όπου μας περιμένει ο σεφ Νίκος Κωνσταντουλάκης, ο οποίος έπειτα από την προϋπηρεσία του στις αθηναϊκές κουζίνες μεγάλων ξενοδοχείων, επέστρεψε το 2009 στην ιδιαίτερη πατρίδα του και έστησε το «Χιώτικο κελάρι», μια μικρή οικοτεχνία με τοπικά προϊόντα. Παρασκευάζει μια πρωτότυπη γκάμα ζυμαρικών με φρέσκα μυρωδικά και λαχανικά όπως χιώτικα στριφτάρια και λαζανόφυλλα με πάπρικα, αγκινάρα, σέσκουλο, τσουκνίδα, άνυδρο ντοματάκι, χιώτικο μανταρίνι.
Ο χορός των τοπικών συνταγών που ετοιμάζει για εμάς, ανοίγει με μια σούμα με αιθέριο μαστίχας και συνεχίζεται με μια υπέροχη λακέρδα που ξεκοκάλισε και έκανε ελαφρώς παστή με λίγο αλάτι και χωρίς θερμική επεξεργασία. Το τραπέζι έχει στολιστεί με παστολέμονο, πολύ αρωματικό χιώτικο lime χωρίς κουκούτσι, και μια σειρά από τσάντεϊ που φτιάχνει μόνος του. Στο τσουκάλι έχει βάλει πατάτες κοκκινιστές με ρέγγες, μια συνταγή τοπική, που καρυκεύει με πίκλες από τσίκουδο και κρίταμο θάλασσας. «Δεν γεννάμε συνταγές, αλλά μας αρέσει να εξελίσσουμε την παράδοση» λέει ο σεφ με το χαρακτηριστικό τουρμπάνι στο κεφάλι.
Ο πολιτισμός της μαστίχας
Η μαστίχα αποτελεί μεγάλο μέρος της ζωής στη νότια Χίο, και όχι άδικα, αφού είναι το μοναδικό σημείο της Μεσογείου που ευδοκιμεί ο σχίνος της ποικιλίας Pistacia lentiscus Chia, απ΄όπου παράγεται η μαστίχα. Ανέκαθεν ήταν περιζήτητο και ακριβό προϊόν, συνδεδεμένο με την ιστορία, τον πλούτο και τα προνόμια της Χίου.
Το υποδειγματικά όμορφο μουσείο μαστίχας που δημιουργήθηκε από τον Πολιτιστικό όμιλο Πειραιώς, στεγάζεται σε ένα υπέροχο κτήριο σε μια πλαγιά απέναντι από το μεσαιωνικό μαστιχοχώρι Πυργί και αναδεικνύει την ιστορία της καλλιέργειας και της επεξεργασίας της και εξηγεί πως μια παραξενιά της φύσης έγινε ταυτότητα για όλο το νησί.
Φωτογραφίες, υλικό αρχείου, προφορικές μαρτυρίες, αυθεντικά μηχανήματα αλλά και μια υπαίθρια έκθεση φέρνουν τον επισκέπτη σε επαφή με το μαστιχόδεντρο και το περιβάλλον που ευδοκιμεί ενώ στα highlights της έκθεσης ακούμε το τραγούδι που εκφράζει την δυσκολία της μαστιχοκαλλιέργειας, αναδεικνύει τη δραστηριότητα της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών, με κύριο έκθεμα το παλιό εργοστάσιό της, όπου εκτίθενται και τίθενται σε λειτουργία οι πρώτοι μηχανισμοί παραγωγής τσίχλας.
Πυργί: ένα χωριό με πείσματα
Πληθωρικό σε όλα του το μεσαιωνικό χωριό Πυργί, με τα χαρακτηριστικά Ξυστά, τα γεωμετρικά σχέδια που κοσμούν τους τοίχους των σπιτιών και το κάνουν μοναδικό. Ολοζώντανο χωριό, με τους ντόπιους να γεμίζουν τα καφενεία που βρίσκεις σε κάθε γειτονιά, μιλούν με την δική τους ντοπιολαλιά, είναι το πρώτο στην παραγωγή μαστίχας, και έχει τον ψηλότερο Πύργο απ΄όλα τα μαστιχοχώρια. Χτισμένο γύρω στον 14ο αιώνα το χωριό αποτελεί ένα ιδιαίτερο σφιχτό σύνολο, με τα σπίτια να βρίσκονται δεμένα το ένα με το άλλο, χωρίς αυλές, για την απόλυτη οικονομία του χώρου.
Παίρνουμε το φαρδύ δρόμου, που ξεκινάει από την Κάτω Πόρτα, την είσοδο του χωριού, και φτάνουμε στην πλατεία, όπου συναντάμε την πρόεδρο του χωριού Ειρήνη Βολάκη. Μας ξεναγεί στα στενά δρομάκια του, με τα «δοξάρια» (τις σκεπαστές καμάρες) και στα σπίτια με ξυστά, την ασπρόμαυρη σκαλιστή διακόσμηση που συνεχώς εμπλουτίζονται με πολύπλοκα σχέδια. Ανάμεσά τους και η οικία του Κολόμβου, ο οποίος λέγεται ότι επισκέφθηκε τη Χίο κι έμεινε γοητευμένος, όπως άλλωστε κι εμείς.
Γεύσεις και στάσεις από την πόλη
Παρέα με τον αντιδήμαρχο Κώστα Βεργίνα, κάνουμε μια διαφωτιστική και πολύ ευχάριστη βόλτα στο κέντρο της Χώρας. Περπατάμε στον πλακόστρωτο πεζόδρομο της Βουτάλου με τα μανάβικα, τα ψαράδικα, τα καφέ, τα αρτοποιεία της φημισμένης Απλωταριάς, που είναι η κεντρική αγορά του νησιού, που σφύζει από ζωή. Η πρώτη στάση γίνεται για ζεστούς λουκουμάδες, που αποτελεί το αγαπημένο σνάκ των Χιωτών, οι οποίοι έχουν μια αδυναμία στα γλυκά. Στη συνέχεια πιάνουμε το vibe της καθημερινότητας του νησιού, κοντοστεκόμαστε να παρατηρήσουμε το Τζαμί που σήμερα στεγάζει το βυζαντινό μουσείο, τα αναστυλωμένα οθωμανικά λουτρά, την Οθωμανική κρήνη και την πόρτα Ματζόρε, που αποτελεί τη μεγάλη πύλη του κάστρου. Την προσοχή μας τραβά ένα κτήριο του 1885 που παλιότερα έχει στεγάσει και το γαλλικό προξενείο.
Η βόλτα ανοίγει την όρεξη και στο εστιατόριο «Κάρδαμο» επί της παραλιακής Λεωφόρου Αιγαίου μας περιμένει να δοκιμάσουμε μία μεγάλη γκάμα γεύσεων που πατάνε στην παράδοση χωρίς να παραβλέπουν τις σύγχρονες τάσεις. Ο πρόσχαρος ιδιοκτήτης του Μιχάλης Μπουλάς προτείνει ψητό Μαστέλο Χίου με τοματίνια και μυρωδικά, χταπόδι ψητό με χειροποίητη μελιτζανοσαλάτα, κουνουπιδοκεφτέδες, αλλά και μπριζόλα Trip Tip από μοσχάρι black Angus με πουρέ γλυκοπατάτα, λαχταριστό κοτόπουλο BBQ πάνω σε ζυμαράκι καλαμποκιού με σάλτσα γιαουρτιού και μοσχαρίσια μάγουλα με νόστιμη μπαχαρένια σάλτσα.