Νίμο. Ένας ναυαγός στη Νέα Υόρκη του 21ου αιώνα. Νησί του ένα υπερπολυτελές ρετιρέ, εξοπλισμένο με την πιο προχωρημένη τεχνολογία, φτιαγμένο για να αναπαράγει ιδανικές συνθήκες για τους ενοίκους του, διακοσμημένο με πανάκριβα, υπέροχα έργα τέχνης. Αντί για θάλασσα, είναι περικυκλωμένος από τους αγέρωχους ουρανοξύστες του Μανχάταν. Μέσα από τα παράθυρα αλλά και τα μόνιτορ που συνδέονται με κάμερες, ο Νίμο βλέπει τα πάντα-την καθημερινότητα των άλλων ενοίκων, την καθαρίστρια του κτιρίου, τα φώτα της πόλης, τη ζωή. Ο ίδιος, όμως, είναι αόρατος. Κανείς δεν τον βλέπει, κανείς δεν ακούει τη φωνή του, κανείς δεν ξέρει ότι βρίσκεται εγκλωβισμένος εκεί, χωρίς αρκετή τροφή, χωρίς νερό, με τις θερμοκρασίες να ανεβοκατεβαίνουν βασανιστικά, από τον καύσωνα στον παγετό, ολομόναχος. Τώρα, θα πρέπει να επιβιώσει. Αλλά πριν από αυτό, θα χρειαστεί να έρθει αντιμέτωπος με τον εαυτό του και με όσα πίστευε μέχρι τότε.
Η ταινία «Ιnside», που προβάλλεται από τις 9 Μαρτίου στην Ελλάδα, σε διανομή Tulip, αλλά και σε πολλά μέρη του κόσμου, είναι μια διεθνής συμπαραγωγή στην οποία η καρδιά της Heretic, της θαυματουργής εταιρίας παραγωγής των Γιώργου Καρναβά και Κωνσταντίνου Κοντοβράκη, χτυπάει δυνατά. Όλα ξεκίνησαν από μια ιδέα του σκηνοθέτη Βασίλη Κατσούπη, όταν ο ίδιος βρέθηκε, πριν από χρόνια, σε ένα αντίστοιχο νεοϋορκέζικο διαμέρισμα. Αλήθεια, αναρωτήθηκε τότε, πόσο σημαντική θα παρέμενε η τέχνη για έναν άνθρωπο αν έπρεπε να αναμετρηθεί με τις βασικές του ανάγκες για να ζήσει;
Το ίδιο ερώτημα πλανάται γύρω από τον κεντρικό-και μοναδικό-χαρακτήρα της ταινίας του (το σενάριο της οποίας δούλεψε ο σεναριογράφος Μπεν Χόπκινς), έναν κλέφτη έργων τέχνης που, εξαιτίας μιας τεχνολογικής εμπλοκής, παγιδεύεται στο χρυσό κλουβί που θέλησε να ληστέψει. Η συνειδητοποίηση της αδιέξοδης κατάστασής του έρχεται σταδιακά, όπως και οι ιδέες και οι αναπάντεχες ανακαλύψεις που, όπως ελπίζει, θα τον οδηγήσουν προς την ελευθερία. Μαζί του και ο θεατής, που αιχμαλωτίζεται βήμα-βήμα σε ένα απρόσμενα γοητευτικό θρίλερ, πλημμυρισμένο από εξίσου απρόσμενες φιλοσοφικές «μονομαχίες» και ερωτήματα.
Η τέχνη, η τεχνολογία και η πολυτέλεια στέκονται απέναντι από την επιβίωση. Η ομορφιά και η αρμονία απέναντι από την καταστροφή και το χάος. Η φύση απέναντι σε εκείνον που πάλεψε να την τιθασεύσει. Η ταπεινότητα αναμετριέται με την αλαζονεία. Και «ο πραγματικός κόσμος στέκεται απέναντι στον αόρατο», όπως μας λέει ο Γουίλεμ Νταφόε, που μοιράστηκε με απόλυτη προσήλωση τα διλήμματα και τις μάχες του ήρωά του.
Ο Νταφόε (στην πραγματικότητα προφέρεται «Νταφόου»), ένας από τους καλύτερους, πιο τολμηρούς, πιο ευέλικτους και πιο αφοσιωμένους ηθοποιούς στον κόσμο, είναι καθισμένος απέναντί μας στην αίθουσα του Ωδείου Αθηνών, στη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου που μας παραχωρεί, μαζί με τον σκηνοθέτη Β. Κατσούπη και τον παραγωγό Γ. Καρναβά. Δεν είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται στην Ελλάδα. Και είναι η πολλοστή που συνδέεται με κάτι ελληνικό. Εκτός από το «Inside», συμμετέχει σε δύο ταινίες του Γιώργου Λάνθιμου («Poor Things» και «And», και οι δύο στο στάδιο του post production), πρωταγωνίστησε στη «Σκόνη του Χρόνου» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, ένας από τους πιο εμβληματικούς ρόλους του ήταν στον «Τελευταίο πειρασμό», που βασίστηκε στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Επιπλέον, έχει δανείσει τη φωνή του στον Αντώνη Μπενάκη, για χάρη της μικρού μήκους «The Benaki Museum» και, όπως διαβάζω κάπου, έχει συμμετάσχει και σε μια διαφήμιση πασίγνωστου ελληνικού γιαουρτιού!
Πρόσφατα, οι New York Times τον αποκάλεσαν «κορυφαίο ηθοποιό χαρακτήρων στον κόσμο». Όταν ο συντονιστής της συζήτησης, Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος, του το αναφέρει, ο ίδιος μοιάζει να νιώθει ελαφρώς άβολα. «Αυτό δεν θα το πω εγώ για τον εαυτό μου», λέει χαμογελώντας. Είναι η τρίτη φορά που τον συναντώ και επιβεβαιώνομαι ότι ο Νταφόε, ένας ευφυέστατος ηθοποιός που έχει ερμηνεύσει συγκλονιστικά όποιον ήρωα μπορεί να σκεφτεί κανείς χωρίς να σνομπάρει κανένα σχεδόν κινηματογραφικό είδος, κάτω από τις οδηγίες των σπουδαιότερων σκηνοθετών, και ο οποίος, παρά τις 4 υποψηφιότητες, δεν έχει ακόμα πείσει τα μέλη της Ακαδημίας να του δώσουν, επιτέλους, ένα Όσκαρ, παραμένει ένας απίστευτα σεμνός, γλυκύτατος άνθρωπος.
Το «Inside» δεν θα ήταν ποτέ το ίδιο χωρίς τον συγκεκριμένο πρωταγωνιστή. «Επικοινωνήσαμε μαζί του στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας το 2018, όταν ο Γουίλεμ παρουσίαζε την ταινία «Στην πύλη της αινιότητας», μας λέει ο Γ. Καρναβάς. «Του δώσαμε το πρώτο προσχέδιο μέσω του executive producer Τζιμ Σταρκ, και έμεινα έκπληκτος όταν έμαθα ότι βρήκε χρόνο να το διαβάσει μέσα σε δύο εβδομάδες».
Καρναβάς και Κατσούπης μάς αφηγούνται, μεταξύ άλλων, με ποιον τρόπο τα έργα τέχνης πήραν ρόλο συμπρωταγωνιστή στην ταινία. Κάποια κατασκευάστηκαν ειδικά για αυτήν. Άλλα είναι αντίγραφα αυθεντικών, όλα με τις άδειες των καλλιτεχνών. «Δεν θα μπορούσαν να μην είναι αληθινά», λέει ο σκηνοθέτης. Όσο για τον Γουίλεμ; «Το πρόσωπό του είναι, κατά κάποιον τρόπο, σαν ζωντανό γλυπτό», πιστεύει ο Γ. Καρναβάς και, πράγματι, ο ήρωας του Νταφόε παραπέμπει. Σιγά-σιγά, και ο ίδιος σε έργο τέχνης, ζωγραφίζει ένα έργο στον τοίχο (το εμπνεύστηκε και το εκτέλεσε ο ίδιος ο ηθοποιός, όπως μαθαίνουμε), και , επιπλέον, διαλύει το υπάρχον σκηνικό και, στην προσπάθειά του να σωθεί, κατασκευάζει νέα, μπρούτα γλυπτά, φτιαγμένα από συντρίμμια. Ένας νέος κόσμος αναδύεται από τα ερείπια του παλιού: λιγότερο κομψός, αλλά απολύτως αναγκαίος.
Στο μυαλό του Γουίλεμ
Ο 68χρονος ηθοποιός μας είπε πολλά και ενδιαφέροντα. Ας σταχυολογήσουμε κάποια από τα λόγια του.
Γιατί είπε το «ναι» σε έναν πρωτοεμφανιζόμενο (στη μυθοπλασία μεγάλου μήκους) σκηνοθέτη;
«Συνάντησα τον Βασίλη και τον Γιώργο πολλές φορές. Αναζητούσαν το κατάλληλο διαμέρισμα αλλά και τη συλλογή τέχνης. Ο τρόπος με τον οποίο σκέφτονταν να επιλύσουν αυτά τα ζητήματα παραγωγής, με έπεισε ότι ετοίμαζαν κάτι πολύ ιδιαίτερο και ότι ήταν άνθρωποι με τους οποίους θα ήθελα να συνεργαστώ. Στο «Inside» υπήρχαν πολλά να απολαύσει ένας ηθοποιός. Ελάχιστος διάλογος, ας πούμε. Προσωπικά, λατρεύω να δουλεύω με props, με αντικείμενα, με τη σωματική έκφραση. Αυτή , λοιπόν, μου φαινόταν μια θαυμάσια ευκαιρία να ακολουθήσω τον χαρακτήρα και να ζήσω μαζί του μια αξέχαστη εμπειρία».
Έχει ποτέ πει «όχι» σε ταινία επειδή φοβήθηκε;
«Επειδή φοβήθηκα ότι θα γίνει κακή ταινία, ναι! (γελάει). Το βασικό για μένα είναι να ξέρω για ποιον λόγο κάνω μια ταινία. Αυτό με ικανοποιεί. Αν οι λόγοι είναι οι σωστοί, ακόμα και αν το αποτέλεσμα δεν είναι τόσο καλό, θα μπορέσω να ζήσω με αυτό. Έχω γυρίσει πάρα πολλές ταινίες. Κάθε φορά αναρωτιέμαι το ίδιο πράγμα: «Πώς θα το κάνω αυτό;». Κάθε φορά, δηλαδή, ξεκινάω από την αρχή. Υπάρχει, λοιπόν, κάποιος φόβος, όμως όταν τον έχεις βιώσει αρκετές φορές, αρχίζεις να τον συνηθίζεις και να νιώθεις άνετα με αυτόν. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι ίσως ο μεγαλύτερος φόβος για μένα είναι η βεβαιότητα. Το να πω, «α, αυτό το ξέρω, γνωρίζω πώς να το κάνω». Αυτό προσπαθώ να το αποφύγω. Μου αρέσει να βαδίζω προς κάτι χωρίς να γνωρίζω τι είναι και να προσπαθώ να το κάνω προσβάσιμο σε μένα. Όταν αφεθείς σε κάτι, καλοπροαίρετα, και παραμείνεις συγκεντρωμένος σε αυτό, αποκτά τον δικό του ρυθμό, και στο τέλος θα βρεις επαφή και με το υλικό και με τους ανθρώπους. Το «Inside» σαφώς και δημιουργήθηκε στη διάρκεια του γυρίσματος. Βήμα-βήμα. Το γυρίσαμε με τη χρονολογική σειρά των γεγονότων. Σκηνή με τη σκηνή, έβλεπα τα μαλλιά και τα νύχια μου να μακραίνουν, έχανα βάρος… Αυτή είναι η ομορφιά του, γιατί επιτρέπει στο κοινό να ταυτιστεί. «Όλες οι αντιθέσεις που αναδύονται, γεννούν μια συζήτηση και όλα αποκτούν, σιγά σιγά, ένα διαφορετικό νόημα από το αρχικό».
Εκτός από τη σωματική μεταμόρφωση, ένιωσε να μεταμορφώνεται και συναισθηματικά, ψυχολογικά ή διανοητικά; Οι αμέτρητοι χαρακτήρες που έχει ερμηνεύσει, έχουν συμβάλλει στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του;
«Στο σινεμά, κάθε κατάσταση στην οποία καλείσαι να μπεις έχει ορισμένους κανόνες. Κάθε φορά απαιτείται διαφορετική προσέγγιση, αλλά ένα πράγμα είναι κοινό: η «υποταγή» σου στους κανόνες αυτού που κάνεις εκείνη τη στιγμή. Και όταν τελειώνει αυτό, κάποια στιγμή, ο χαρακτήρας επιστρέφει μέσα σου. Δεν υπάρχει πια η κάμερα να τον φέρει στην επιφάνεια, αλλά δεν μπορείς να το εμποδίσεις. Κοιτάξτε: Δεν έχω άλλη ζωή. Εκεί είμαι, κάθε μέρα. Αυτή η φανταστική ζωή, λοιπόν, αρχίζει να έρπει προς τα εσένα και, με πολύ φυσικό τρόπο, αναμιγνύεται με αυτό που είσαι. Λοιπόν, ναι, σε επηρεάζει. Φυσικά, έξω από το σετ υπάρχει μια άλλη ζωή, η οικογένειά σου κλπ. Όμως, στη διάρκεια της διαδικασίας που έχεις περάσει στο γύρισμα, έχεις μάθει πράγματα. Όποτε σου συμβαίνει κάτι, μαθαίνεις. Και όταν μάθεις κάτι, δεν το ξεμαθαίνεις, μένει μαζί σου για πάντα. Οπότε ναι, οι χαρακτήρες που έχω υποδυθεί μένουν μαζί μου».



