Αν και καλλιτέχνης, ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης αποκαλύπτει στη Realnews ότι είναι άνθρωπος της λογικής και ότι σπάνια κάνει άπιαστα όνειρα. Ταλαντούχος ηθοποιός και σκηνοθέτης, αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί στο έργο «Ο αιών μου», στο θέατρο «Ανεσις».
Παραδέχεται ότι παλαιότερα, ως νεότερος, δεν φοβόταν σχεδόν τίποτα, αλλά με το πέρασμα των χρόνων υπάρχουν έννοιες, όπως αυτή του θανάτου ή της έλλειψης ανθρωπιάς, που κρύβονται πίσω από τη λέξη «φόβος». Οσο για τη Θεσσαλονίκη; Η καρδιά του λέει «ναι» σε μια επιστροφή, αλλά η λογική τού κρατά τα χαλινάρια.
Παράσταση «Ο αιών μου» στο θέατρο «Ανεσις» στην Κεντρική Σκηνή. Λίγα λόγια για το έργο;
Δεν είναι ένα εύκολο έργο για τον ηθοποιό. Θεωρώ ότι μπορεί τελικά να είναι για τον θεατή, γιατί όπως λέει και ο τίτλος του, αντικατοπτρίζει τον αιώνα μας. Δηλαδή, έχει μέσα όλα τα θέματα που μας αφορούν. Ολες οι φωνές των χαρακτήρων που ακούγονται μέσα στο έργο είναι στο σύνολό τους ο αιώνας μας. Δηλαδή, σε κάθε ένα έργο από αυτά, ο θεατής μπορεί να βρει πράγματα που τον απασχολούν σε αυτήν την εποχή.
Βλέπω πως όλες οι ηλικίες είναι μέσα…
Ναι, δεν έχουμε βρέφη και παιδιά, αλλά όλοι έχουμε περάσει από εκεί.
Μόνο που το κακό είναι ότι ξεχνάμε εκείνες τις ηλικίες.
Ναι, οι περισσότεροι ξεχνάμε, βέβαια είναι εγγεγραμμένα μέσα μας. Οπότε αυτό βγαίνει με θετικό ή αρνητικό πρόσωπο πολλές φορές στην ενήλικη ζωή μας. Αλλά ως επί το πλείστον ξεχνάμε. Εμείς οι ηθοποιοί προσπαθούμε να τα θυμόμαστε αυτά. Οι καλλιτέχνες γενικότερα νομίζω πως αντλούν από την παιδική ηλικία τους.
Αυτό που κάνουν οι καλλιτέχνες με την εσωτερική αναζήτηση και που προσπαθούν να προκαλέσουν και στους θεατές, νομίζω πως είναι ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει μετά ή παράλληλα με την ψυχοθεραπεία. Η ενδοσκόπηση αυτή ίσως σώζει ζωές.
Ναι, και εγώ το πιστεύω. Είναι κοντά αυτά τα επαγγέλματα, δεν είναι καθόλου τα ίδια, αλλά είναι κοντά, γιατί, στα αλήθεια, και εμείς, που το βλέπουμε από τη σκοπιά του ηθοποιού, προσπαθούμε να αναλύσουμε την ψυχή του κάθε χαρακτήρα που υποδυόμαστε. Δηλαδή, να ψυχαναλύσουμε με έναν τρόπο για να μπορέσουμε να εκφραστούμε και αυτό αναπόφευκτα μας οδηγεί σε δικά μας αντικρίσματα, σε δικά μας βιώματα, σε παρατηρήσεις μας από όχι δικά μας βιώματα, αλλά που ήμασταν εκεί, που μας τα έχουν αφηγηθεί. Και για εμένα είναι πολύ χρήσιμο, όπως και για εσένα, τελικά… Σαν θεατής μιλώ τώρα.
Επιστρέφοντας στο έργο, ένα οικογενειακό δείπνο στη μνήμη του πατέρα. Μια πατριαρχική οικογένεια;
Το εννοείς, φαντάζομαι, με την αρνητική έννοια της πατριαρχίας, γιατί ούτως ή άλλως είναι πατριαρχική η κοινωνία μας. Θέλω να πω με το πρόσημο, το οποίο αναφέρεται τα τελευταία χρόνια ως κάτι πολύ με την αρνητική πλευρά της. Φαλλοκρατική… Δεν ξέρω, για να είμαι ειλικρινής. Είναι ένας πατέρας ο οποίος έχει χαθεί χρόνια πριν. Βλέπουμε στην πραγματικότητα τα παιδιά του κοντά στην ηλικία που χάθηκε.
Τα οποία τρώνε στο ίδιο τραπέζι με τον εραστή της μητέρας τους…
Α, αυτό δεν το ξέρουν. Αυτός είναι ένας φίλος της οικογένειας, δεν ξέρουν ότι είναι ο εραστής της μαμάς.
Απολογισμός λοιπόν για το έργο: Θίγονται η υπερπληροφόρηση, η εξέλιξη της τεχνολογίας, η φτωχοποίηση, η κλιματική αλλαγή.
Και η προβληματική επικοινωνία των ανθρώπων. Νιώθουμε σαν να βλέπουμε όλες τις συνομιλίες των χαρακτήρων του έργου στα social media. Που δήθεν επικοινωνούν, αλλά ο καθένας εκφράζει την αποψάρα του, χωρίς στην αλήθεια να ακούει πάντα με ουσιαστικό τρόπο τον απέναντί του.
Εχει και λίγο μπλακ χιούμορ η κατάσταση;
Εχει αρκετό χιούμορ. Νομίζω ότι η παράσταση έχει αρκετά στοιχεία σουρεαλισμού. Πατά σε μια πολύ γερή ρεαλιστική βάση και αυτό της επιτρέπει να ξεφύγει με έναν περίεργο τρόπο, όπως ξεφεύγουν οι ζωές μας, θα έλεγα. Αλλά σε ένα θεατρικό πλαίσιο.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι μπαίνει μία κάμερα μέσα σε ένα σπίτι, στο οικογενειακό δείπνο;
Ναι, αλλά αυτό είναι σε πρώτο πλάνο. Στην αλήθεια, ίσως μπαίνει μία κάμερα μέσα μας. Αυτό στην πραγματικότητα σού δίνει μια οικεία βάση, ένα οικογενειακό δείπνο για μια περίσταση, για να μιλήσει για τον αιώνα μας.
Μιλώντας για τηλεόραση και τη σημερινή κουλτούρα, πώς είδες την επιστροφή του «Big Brother»; Ενα σκληρό ριάλιτι, που παρουσιάζει ένας συνάδελφός σου, ο Πέτρος Λαγούτης.
Δεν ξέρω καθόλου τι είναι το «Big Brother». Εννοώ ότι ξέρω σαφώς το πρώτο «Big Brother» που ήταν ένα γεγονός. Ημουν και παιδάκι και κάπως μου έκανε μια εντύπωση τότε, αλλά γρήγορα έφυγα από όλη αυτή τη λογική. Καταρχάς, είμαι ένας άνθρωπος που δεν παρακολουθώ πολύ τα της τηλεόρασης και αν δώσω χρόνο για αυτό το χαζοκούτι, που έλεγαν οι γιαγιάδες μας, τον δίνω σε ουσιαστικά πράγματα, σε ουσιαστικές εκπομπές. Ισως σε κάποιο καλό σίριαλ που πότε-πότε μπορεί να μου τραβήξει το ενδιαφέρον.
Τι θα έλεγες για την απόφαση του Πέτρου Λαγούτη;
Θέλω να πω ότι ο Πέτρος είναι ένας πάρα πολύ καλός ηθοποιός. Είναι ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος. Φαντάζομαι ξέρει τι κάνει. Για εμένα μπορούν όλοι να δοκιμαστούν σε κάτι στο οποίο δεν εξειδικεύονται. Δεν έχω κανένα θέμα με αυτό. Φυσικά, καλό είναι να κάνουν τη δουλειά που έχουν σπουδάσει οι άνθρωποι που τη σπούδασαν. Ωστόσο, κάποια πράγματα είναι κοντά και μπορούν ίσως να δοκιμαστούν οι άνθρωποι σε διάφορα, αρκεί να μην κινδυνεύει κάποιος σοβαρά! Δηλαδή, εγώ δεν μπορώ να πάω να κάνω ένα χειρουργείο. Αλλά μια παρουσίαση ή ένα σίριαλ που θα παίξω, δεν είναι ένα χειρουργείο.
Βλέπουμε πλέον ότι άνθρωποι, όπως οι influencers, αναλαμβάνουν αρκετούς ρόλους.
Στην τηλεόραση και αντίστοιχα στις παρουσιάσεις. Είναι μπερδεμένη η εποχή. Αλλά αυτό που λέω για τις σπουδές έχει βαρύνουσα σημασία, γιατί στην πραγματικότητα κάτι το δείχνει η διάρκεια και όχι η δοκιμή. Μπορεί κάποιος να δοκιμαστεί κάπου και να είναι καλός. Ας μιλήσουμε για την υποκριτική. Μπορεί κάποιος να παίξει έναν ρόλο σε ένα σίριαλ, σε ένα θέατρο, να τα έχει βρει με το πλαίσιο, να είναι πολύ κοντά στο να τα καταφέρει. Δεν σημαίνει ότι μπορεί να παίξει και σε ένα άλλο έργο και σε ένα επόμενο και να συνεχίσει να τα καταφέρνει. Οπότε, στην πραγματικότητα, εμένα αυτά ούτε με φοβίζουν ούτε με κάνουν να νιώθω αποστροφή. Αν κάποιος άνθρωπος έχει διάθεση να ζωγραφίσει έναν πίνακα, επειδή έχει κάτι να πει, ας το κάνει. Μπορεί να μου αρέσει ο πίνακας ή να μην μου αρέσει ο πίνακας. Και αν μου αρέσει ο πίνακας, δεν σημαίνει ότι αν πάει να το ξανακάνει, θα μου αρέσει και ο επόμενος. Σε κάνουν ζωγράφο η σπουδή, η έρευνα και η συνέχεια. Δεν σε κάνει ζωγράφο ένας τυχαίος πίνακας που κάποτε ζωγράφισες.
Τηλεοπτικά σε έχουμε δει σε πολύ σημαντικές σειρές.
Εχω παίξει σειρές, οι οποίες με ενδιέφεραν τη δεδομένη στιγμή να παίξω σε αυτές. Γενικά όμως, επειδή έχω πει πάρα πολλά «όχι» σε πράγματα που δεν με ενδιέφεραν τελικά και γι’ αυτό είπα «όχι», νομίζω ότι πιθανά να μην είμαι και το πολύ εύκολο τηλεφώνημα που θα κάνει κάποιος για πρόταση.
Είσαι επιλεκτικός και κάποιοι θα έλεγαν ότι τα «όχι» στην τηλεόραση ίσως κοστίζουν.
Κοστίζουν, ναι. Φυσικά και κοστίζουν, αλλά εξαρτάται ποιος είσαι, αν θες να πληρώσεις το κόστος, αν μπορείς να το αντέξεις, αν έχεις οικογένεια, αν έχεις κάποιο θέμα, αν σε νοιάζει, αν δεν σε νοιάζει… Εγώ είμαι καλά, δεν είμαι ένας άνθρωπος πλούσιος, αλλά μπορώ και βιοπορίζομαι από το θέατρο, είμαι ολιγαρκής και είμαι εντάξει αυτή τη στιγμή.
Είναι ευτυχία να βιοπορίζεται κάποιος από αυτό που αγαπά.
Είναι ευτυχία να κάνεις πρώτα απ’ όλα αυτά που αγαπάς και συνάμα να τα καταφέρνεις βιοποριστικά φυσικά.
Εχεις κάνει πολύ σημαντικές παραστάσεις. «Ματωμένος γάμος», «Λευκές νύχτες»… Ποια παράσταση σού έχει αφήσει πολλά πράγματα;
Αγαπώ αρκετές και που έχω παίξει και που έχω σκηνοθετήσει. Η μία είναι η τελευταία που σκηνοθέτησα, «Η κόρη του λοχαγού», όπου έπαιξαν κάποιοι πολύ σπουδαίοι συνάδελφοι. Η άλλη είναι «Ο κύκλος των χαμένων ποιητών». Και οι δύο είναι όντως αγαπημένες παραστάσεις, σε καμία από τις δύο δεν παίζω, αλλά θα το ήθελα. Σκηνοθετώ και είμαι πολύ υπερήφανος. Τώρα οι «Λευκές νύχτες», που κάναμε με την Αλεξάνδρα Αϊδίνη, ήταν σπουδαία στιγμή για εμένα. Φυσικά και το «Rocky Horror Show» του Κωνσταντίνου Ρήγου, το «Κουρδιστό πορτοκάλι» του Γιάννη Κακλέα.
Πώς νιώθεις όταν μεταμορφώνεσαι πάνω στη σκηνή; Βγάζεις πράγματα δικά σου που σε απελευθερώνουν, που σε ισορροπούν;
Είναι ωραία λέξη το «απελευθερώνουν». Εχει ελευθερία, νιώθω μια ελευθερία, η αλήθεια είναι. Τώρα, επειδή στο θέατρο ένας ρόλος είναι κατασκευή και πρέπει να είναι κατασκευή, για να μπορεί να επαναλαμβάνεται Τετάρτη με Κυριακή, Σάββατο διπλές, δεν μπορείς να το αφήσεις στην τυχαιότητα και εδώ έρχεται και το θέμα που έλεγα με τη σπουδή. Εχει τη δυσκολία του. Εχει μια τρομακτική δυσκολία, αν δεν κοροϊδεύεις. Είναι πολύ κουραστικό. Είναι πολλές φορές ψυχοφθόρο. Αλλά ταυτόχρονα είναι και απελευθερωτικό, έχεις μια ικανοποίηση βαθιά όταν καταφέρνεις, όταν αισθάνεσαι ότι επικοινωνείς με το κοινό. Οτι μπορεί να περνά η ιστορία που λες και να συγκινεί.
Φόβοι προσωπικοί. Ποιοι είναι πιο μεγάλοι για εσένα;
Εχει ενδιαφέρον, γιατί μέσα στα χρόνια δέχομαι αυτή την ερώτηση και όταν έρχομαι να την απαντήσω, ανακαλύπτω ότι πολλές φορές αλλάζει η απάντηση. Εδώ, ας πούμε, μικρότερος έλεγα «δεν έχω κανέναν φόβο». Τώρα, όσο μεγαλώνω -φαντάζομαι ότι είναι πολύ σύνηθες στους ανθρώπους- αρχίζω να φοβάμαι διάφορα πράγματα, όπως οι ασθένειες, ο θάνατος. Αυτός είναι ένας φόβος. Ενας άλλος είναι να μη χάσουμε την ανθρωπιά μας. Παρατηρώ τα τελευταία χρόνια, ειδικά από τον κορωνοϊό και έπειτα, χωρίς να μπορώ να βγάλω ένα αποτέλεσμα αυτής της παρατήρησης, ότι οι άνθρωποι αλλάζουν και, δυστυχώς, πολλές φορές αλλάζουν μέσα σε μια επιθετικότητα. Αλλάζουν περίεργα. Σαν να χάνεται η ανθρωπιά. Σαν να γυρίζει ο καθένας στον εαυτό του, αλλά με την έννοια του εγωισμού. Οχι ότι δεν υπήρχε. Πιθανώς να μη μας οδήγησε όλος αυτός ο εγκλεισμός και ο φόβος του θανάτου, που βιώσαμε όλοι τότε, σε κάτι καλό. Μας έκανε πιθανώς να γίνουμε λίγο πιο εγωιστές.
Σε απασχολεί το θέμα της οικογένειας;
Δεν με απασχολεί καθόλου το θέμα της οικογένειας. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι και οι άνθρωποι, με τους οποίους επικοινωνώ και μπορεί να γίνουν εκλεκτικές οικογένειες. Μπορεί να είμαι στο σπίτι σου, μπορεί να είμαι στη δουλειά σου, μπορεί να είμαι ένας φίλος που βρίσκεσαι μία φορά τον μήνα για έναν καφέ. Να μπορείς να συνεχίσεις στη χαρά του.
Οικογένεια δηλαδή για εσένα είναι αυτή που επιλέγουμε και όχι αυτή που βρίσκουμε.
Ναι. Αν έχουμε την ευτυχία να επιλέγουμε την εξ αίματος οικογένειά μας και να μην έχουμε αποστροφή γι’ αυτή, είμαστε πολύ τυχεροί. Αλλά βλέπετε τι γίνεται στις οικογένειες. Ειδικά στην ελληνική οικογένεια που είναι πολύ προβληματική.
Θα ήθελες να δημιουργήσεις δική σου οικογένεια;
Δεν είναι ένας στόχος μου. Αν ερχόταν, δεν θα ήμουν αρνητικός. Το «ερχόταν» ακούγεται πολύ αυθαίρετο, για να γυρίσει να πει κανείς «έτσι έρχονται αυτά τα πράγματα;». Ναι, πολλές φορές έρχονται έτσι. Εγώ το εννοώ με την έννοια το πώς τα φέρνει η ζωή. Τώρα θα μου πεις είσαι και πάνω από τα 40. Πάντως, σίγουρα, και το λέω ειλικρινά, δεν είναι ένα θέμα που με απασχολεί στην καθημερινότητά μου… Αλλιώς νομίζω ότι θα το είχα κάνει. Ξαναρώτα με σε δύο χρόνια (σ.σ. γελά)! Δηλαδή μπορεί να είναι από τις απαντήσεις που αλλάζουν.
Σε βάθος χρόνου βλέπεις τον εαυτό σου να επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στον τόπο καταγωγής σου;
Είμαι ένας άνθρωπος που ακούω το συναίσθημά μου, αλλά βασίζομαι πάρα πολύ στη λογική μου. Συναισθηματικά θα σου απαντήσω «ναι». Λογικά θα σου πω ότι πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες ποικιλοτρόπως. Ας πούμε, με τη δουλειά που κάνω, πρέπει όντως να έχει νόημα να γυρίσω και να μείνω εκεί. Και δεν είναι εύκολο, έτσι όπως έχει στηθεί το πράγμα στην Ελλάδα σε σχέση με την υποκριτική και το θέατρο. Και ακόμα και το λίγο παραπέρα, τηλεόραση και κινηματογράφος, είναι όλα στην πρωτεύουσα. Μπορεί να γίνει μία φορά, όπως κάναμε το «504 χιλιόμετρα βόρεια της Αθήνας» εξ ολοκλήρου στη Θεσσαλονίκη, πριν από 20 χρόνια, αλλά δεν ξέρω αν έχει ξαναγίνει από τότε.
Ενα δυνατό σου όνειρο; Εκτός αν είσαι τόσο ορθολογιστής, ώστε αποφεύγεις να κάνεις όνειρα.
Ναι, δεν το κάνω πολύ. Οπότε μια απάντηση σε μια τέτοια ερώτηση, για έναν νου σαν τον δικό μου, είναι ότι ονειρεύομαι να είμαι υγιής. Το οποίο και αυτό δεν είναι λογικό, γιατί κάποια στιγμή σταματάς να είσαι, εκ των πραγμάτων. Οπότε θέλω να είμαι όσο περισσότερο μπορώ υγιής και να χαίρομαι, να απολαμβάνω στιγμές. Αυτό είναι το όνειρό μου. Ονειρεύομαι να ξυπνώ κάθε ημέρα και να έχω όρεξη.