2001. Το παγκόσμιο κοινό κυριολεκτικά “παραμιλά” για την Ιζαμπέλ Ιπέρ, με αφορμή την ερμηνεία της στη συγκλονιστική, τολμηρή “Δασκάλα του πιάνου” του Μίκαελ Χάνεκε- ήδη, βέβαια, η Γαλλίδα ηθοποιός μετρούσε μια δαφνοστόλιστη 30χρονη διαδρομή στην οθόνη. Μία ακόμα χιλιοπαινεμένη, θαρραλέα ερμηνεία της ήταν στην ταινία “Εκείνη” του Πολ Φερχόφεν (2017), που της χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ και μια Χρυσή Σφαίρα.
Η σπουδαία παρουσία της στον κινηματογράφο την έχει οδηγήσει σε βραβεία στις Κάνες, στη Βενετία, στο Βερολίνο, σε BAFTA και Σεζάρ και σε αμέτρητες άλλες διακρίσεις. Στη μεγάλη οθόνη την έχουν σκηνοθετήσει, επίσης, προσωπικότητες όπως οι Κλοντ Σαμπρόλ, Ζαν Λικ Γκοντάρ, Ολιβιέ Ασαγιάς, Μάρκο Φερέρι, Χαλ Χάρτλεϊ, Φρανσουά Οζόν, Μάικλ Τσιμίνο, αδελφοί Ταβιάνι-ο κατάλογος είναι ατελείωτος.
Όσον αφορά το θέατρο, έχει συνεργαστεί, μεταξύ πολλών άλλων, με τους Ρόμπερτ Ουίλσον, Ζακ Λασάλ, Γιασμίν Ρεζά και Ίβο Βαν Χόφε- στην παράσταση “Ο γυάλινος κόσμος”, την οποία είχαμε δει στη Στέγη το 2021.

Τώρα, από τις 26 έως τις 30 Μαρτίου, η καταπληκτική Γαλλίδα ηθοποιός επιστρέφει στη Στέγη για την παράσταση “Βερενίκη”, ένα από τα πιο ριζοσπαστικά κείμενα της Δυτικής λογοτεχνίας, σε σκηνοθεσία Ρομέο Καστελούτσι.
Η «Βερενίκη» του Ρακίνα μεταμορφώνεται από μια Ιπέρ όπως δεν την έχουμε ξαναδεί, με τους ανδρικούς ρόλους να στέκονται γύρω της ως βουβά πρόσωπα και τον θρήνο του χαμένου έρωτά της να αντηχεί μέσα μας και γύρω μας. «Ο έρωτας είναι το Θέατρο της Σκληρότητας» λέει ο Καστελούτσι με αυτή την παράσταση, όπου μια λαβωμένη ηρωίδα απεκδύεται το βασιλικό πέπλο της και 14 άνδρες παίρνουν αποφάσεις ερήμην της. Η «Βερενίκη» παρουσιάζεται ως το ακίνητο και κεντρικό σημείο του χάους και ως η αρχή ενός τυφώνα που μας συμπαρασύρει. Όπως αναφέρει η “Libération”: «Η ηθοποιός και ο σκηνοθέτης σκάβουν βαθιά. Εξερευνούν τον εφιάλτη της απουσίας».

Πρόκειται για ένα μανιφέστο έρωτα και απώλειας, που συνορεύει με την αλήθεια και το όνειρο, την τρυφερότητα και την τρέλα. Ένα συγκλονιστικό σκηνικό σύμπαν με κοστούμια που μαγνητίζουν, από τη διάσημη Ολλανδή σχεδιάστρια μόδας Ίρις Βαν Χέρπεν, ενώ η μουσική του Σκοτ Γκίμπονς συνθέτει μοναδικά τη μοναξιά και την εγκατάλειψη. «Πραγματικά εισερχόμαστε στο αληθινό, στο σκοτάδι του σώματος, σε ό,τι παραμένει κρυμμένο από το δέρμα”, σημειώνει ο Καστελούτσι. “Ένα θέατρο φτιαγμένο από αληθινά, ψεύτικα και φαντασιωμένα σώματα.
Η παιδεία και η αγνότητα σηματοδοτούν τα όρια μιας ερωτικής νοσηρότητας που συνθλίβει τα σώματα: η βία είναι πλέον ενδοκρινική και τα φρένα είναι πιο ισχυρά από το γκάζι. Αυτή η ενέργεια δεν εκρήγνυται, καθώς συγκρατείται από ένα σώμα που δεν έχει πια λόγια. Για αυτό και η “Βερενίκη” είναι, ίσως, η πιο ακίνητη, στατική και ανησυχαστική “τραγωδία” που έχει συλληφθεί ποτέ. Κι όμως, μας φέρνει δάκρυα στα μάτια, γιατί στη “Βερενίκη” –θα μπορούσε να πει κανείς – “είμαι εγώ”».
Ο σκηνοθέτης αποκαλεί την Ι. Ιπέρ “μετουσίωση της υποκριτικής τέχνης στο δυτικό θέατρο. Είναι η ηθοποιός, αλλά και ο ηθοποιός, εξ ορισμού – είναι το Θέατρο αυτό καθαυτό, το οποίο εκδηλώνεται μέσα της ακόμα και πριν από το νόημα που φέρει”.
Η παράσταση είναι στα γαλλικά με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους, διαρκεί 1,5 ώρα και περιλαμβάνει γυμνό και δυνατή ένταση μουσικής.