Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που οι καταναλωτές πέφτουν θέματα αθέμιτων πρακτικών από μερίδα επιχειρηματιών της εστίασης, οι οποίοι όταν αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές σπεύδουν να περάσουν απευθείας τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, ενώ στην αντίθετη περίπτωση με κόλπα, καρπώνονται πολλοί οι ίδιοι τα οφέλη.
Δεν είναι λίγοι οι επιχειρηματίες οι οποίοι δεν προχώρησαν σε μειώσεις, όπως άλλωστε πολλοί είχαν προειδοποιήσει με τη δικαιολογία ότι στο παρελθόν είχαν απορροφήσει τις αυξήσεις του ΦΠΑ, αλλά και κάθε άλλη επιβάρυνση που έχει προκύψει από τη φορολογία, όπως επίσης και την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι σε ένα εστιατόριο όπου για μια τετραμελή οικογένεια πριν από τη μείωση του ΦΠΑ το μέσο κόστος ήταν 60 ευρώ, ο λογαριασμός θα έπρεπε μετά την πτώση ΦΠΑ στο 13% να μειωθεί στα 53,23 ευρώ. Όμως αυτό δεν έχει συμβεί στην πράξη. Να σημειωθεί ότι από τη μείωση του ΦΠΑ εξαιρούνται τα κέντρα διασκέδασης, καθώς και η διάθεση ως υπηρεσία εστίασης των αλκοολούχων και μη αλκοολούχων ποτών, χυμών και ροφημάτων τα οποία θα συνεχίσουν να πωλούνται με ΦΠΑ 24%. Αντίθετα στο λιανεμπόριο η μείωση του ΦΠΑ οδήγησε σε χαμηλότερες τιμές στο ράφι περίπου κατά 9% για το ένα στα τρία προϊόντα που πωλούνται στα καταστήματα.