Η δημοσκόπηση του Ifop πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 1.000 ατόμων, διαδικτυακά, στις 26 Αυγούστου.
Η κυβέρνηση μειοψηφίας του Μπαϊρού μοιάζει όλο και περισσότερο πιθανό να πέσει τον ερχόμενο μήνα αφότου τρία σημαντικά κόμματα της αντιπολίτευσης δήλωσαν ότι δεν θα τον υποστηρίξουν στην ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης που ανακοίνωσε ο Μπαϊρού για τις 8 Σεπτεμβρίου, σχετικά με τα σχέδιά του για σαρωτικές περικοπές στον προϋπολογισμό.
Η πολιτική αβεβαιότητα είχε επιπτώσεις στις γαλλικές μετοχές και στα ομόλογα αυτήν την εβδομάδα.
Οποιαδήποτε απόφαση για διάλυση της Βουλής θα πρέπει να ληφθεί από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, και, σύμφωνα με το Ifop, το 51% των ερωτηθέντων είπαν ότι πιστεύουν πως ο Μακρόν δεν θα διαλύσει τη Βουλή.
Η εναλλακτική που έχει ο Μακρόν, αντί της διάλυσης της Βουλής εφόσον ο Μπαϊρού χάσει την ψηφοφορία εμπιστοσύνης, θα ήταν να διορίσει μια νέα κυβέρνηση.
Σε πολιτική κρίση η Γαλλία, οικονομική αστάθεια
Η χώρα βυθίζεται εκ νέου στην πολιτική αβεβαιότητα, μόλις οκτώ μήνες αφού ο Μπαϊρού σχημάτισε νέα κυβέρνηση που τώρα κινδυνεύει να πέσει, για τους ίδιους λόγους που οδήγησαν στην ανατροπή και του προκατόχου του, του Μισέλ Μπαρνιέ: την αδυναμία του να περάσει έναν προϋπολογισμό, παρά τη σοβαρότητα του διακυβεύματος και τον «άμεσο κίνδυνο» που συνιστά, όπως λέει, «η εξάρτηση από το (ογκώδες) χρέος».
Τόσο η αντιπολίτευση όσο και η κοινή γνώμη απορρίπτουν το σχέδιο δημοσιονομικών περικοπών ύψους περίπου 44 δισεκ. ευρώ. Μετά και το κάλεσμα σε κινητοποιήσεις στις 10 Σεπτεμβρίου, ο πρωθυπουργός έπαιξε το τελευταίο του χαρτί χθες Δευτέρα, ανακοινώνοντας ότι θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης δύο ημέρες νωρίτερα, στις 8 του μηνός.
Στο στόχαστρο του Μπαϊρού βρίσκονται οι Σοσιαλιστές που ανακοίνωσαν ήδη ότι θα τον καταψηφίσουν, αν και ο ίδιος ήλπιζε ότι θα μπορούσε να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση.
Ο Φρανσουά Μπαϊρού επανέλαβε ότι τα υψηλότερα εισοδήματα θα κληθούν να καταβάλουν μια «συγκεκριμένη προσπάθεια» στον προϋπολογισμό του 2026 και πρότεινε να ανατεθεί στα συνδικάτα η διαχείριση της ασφάλισης γήρατος, εφόσον η Εθνοσυνέλευση του επιτρέψει να συνεχίσει το έργο του.
Όμως οι αντιδράσεις των κομμάτων, ήδη από τη Δευτέρα, δεν αφήνουν σχεδόν κανένα περιθώριο αισιοδοξίας για την κυβέρνηση, η οποία στερείται πλειοψηφίας από τη συγκρότησή της, τον Δεκέμβριο. Εάν δεν υπάρξει κάποια δραματική τροπή, η αντιπολίτευση διαβεβαιώνει ότι η Γαλλία θα μείνει ουσιαστικά χωρίς κυβέρνηση, σε δύο εβδομάδες.
Αυτή η πολιτική αστάθεια, γεγονός πρωτόγνωρο για την Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, που εγκαθιδρύθηκε το 1958 ακριβώς για να μπει ένα τέλος στο «βαλς των κυβερνήσεων», προκλήθηκε από τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης, τον Ιούνιο του 2024, από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, μετά την ήττα του κόμματός του στις ευρωεκλογές. Οι βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν οδήγησαν στον σχηματισμό μιας Εθνοσυνέλευσης διαιρεμένης σε τρία μπλοκ: συμμαχία της αριστεράς, μακρονιστές και δεξιά, ακροδεξιά. Κανένα από αυτά τα μπλοκ δεν διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία.
Η πολιτική αστάθεια οδηγεί και σε οικονομικές αναταράξεις.
Ο βασικός γαλλικός χρηματιστηριακός δείκτης CAC-40 έχει υποχωρήσει περισσότερο από 3% αυτή την εβδομάδα, με τις τραπεζικές μετοχές να έχουν υποστεί μέχρι στιγμής τις χειρότερες απώλειες. Η αντίδραση της αγοράς ομολόγων θα είναι επίσης κρίσιμη, μετά την αύξηση της διαφοράς μεταξύ των αποδόσεων των 10ετών ομολόγων της Γαλλίας και της Γερμανίας, η οποία την Τρίτη έφτασε τις 79 μονάδες βάσης -η μεγαλύτερη από τον Απρίλιο.