Quantcast
Αντώνης Τσιοτσιόπουλος στο real.gr: «Έχουμε δικαίωμα να μην φοβόμαστε» - Real.gr

Αντώνης Τσιοτσιόπουλος στο real.gr: «Έχουμε δικαίωμα να μην φοβόμαστε»

Σε ένα μπουζουξίδικο στην Ελευσίνα, η οικογένεια και η φιλία έρχονται σε αντιπαράθεση με τον εγωισμό και την προκατάληψη. Αυτά συμβαίνουν στον "Κωλόκαιρο", το έργο που φέρει την υπογραφή του βραβευμένου ηθοποιού και συγγραφέα Αντώνη Τσιοτσιόπουλου και θα μας παρασύρει στον γνήσια λαϊκό κόσμο του από τις 24 Οκτωβρίου.

Το εκτυφλωτικό φως του πρωινού δεν έχει πρόσβαση στο φουαγιέ του θεάτρου “Τζένη Καρέζη”. Ένα φιλόξενο ημίφως με κοκκινωπές ανταύγειες μας αγκαλιάζει, ενώ από το βάθος ακούγονται οι φωνές των ηθοποιών που κάνουν πρόβα για τον “Κωλόκαιρο”. Την παράσταση με τον πικάντικο τίτλο υπογράφει ο συνομιλητής μου,  ο ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας Αντώνης Τσιοτσιόπουλος,, ο οποίος επίσης συμπρωταγωνιστεί με τους Στάθη Σταμουλακάτο, Θάνο Αλεξίου, Βασιλική Διαλυνά και Στέλιο Δημόπουλο, ενώ το σκηνοθετικό άγγιγμα ανήκει στον  Γιώργο Παλούμπη, σταθερό συνοδοιπόρο του τα τελευταία χρόνια.

Από τις 24 Οκτωβρίου, λοιπόν, οι θεατές θα βρεθούν σε ένα κέντρο διασκέδασης της Ελευσίνας, παρέα με τους ήρωες του έργου, μέσα στα απομεινάρια του γλεντιού της προηγούμενης νύχτας. Μια απρόσμενη άφιξη, ένας εξαφανισμένος γνώριμος από παλιά, μια θεαματική αλλαγή, θα κλονίσουν τις ισορροπίες τους. Ο “Κωλόκαιρος” θα αναμίξει το δράμα με το χιούμορ, θα εκπέμψει αυθεντική ελληνική λαϊκότητα και θα φέρει σε μετωπική σύγκρουση τη φιλία και την αγάπη με τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις.

Ξεφυλλίζω νοερά δουλειές με τις οποίες ο Α. Τσιοτσιόπουλος έχει συνδεθεί, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Τις επιτυχημένες, πολυσυζητημένες παραστάσεις “Η βασίλισσα της ομορφιάς”, “Εθνικός Ελληνορώσων”, “170 τετραγωνικά”, “Ματωμένα χώματα”. Τις υπέροχες ταινίες “Digger” και “Μαγνητικά Πεδία”-η περσινή και η φετινή ελληνική πρόταση για τα Όσκαρ. Τις συμμετοχές σε διεθνείς παραγωγές. Μετράω τα βραβεία που διανθίζουν τη διαδρομή του. Πιο πρόσφατο το βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας που απέσπασε στο Διεθνές Φεστιβάλ Δράμας για την τολμηρή, συγκλονιστική μικρού μήκους «5 p.m. Seaside» του Βάλεντιν Στέζκαλ, η οποία κέρδισε και τον Χρυσό Διόνυσο. Ανασύρω το εκπληκτικό, αντιπολεμικό ολιγόλεπτο “W”, στο οποίο ο Τσιοτσιόπουλος πρωταγωνίστησε, ή το ξέφρενα αστείο, βλάσφημο “Ο Μανώλης”, που είχε γράψει ο ίδιος.

Και υπάρχουν κι άλλα, πολλά. Το βιογραφικό του είναι θεαματικό, αλλά ο Αντώνης δε νιώθει καθόλου άνετα να το προβάλλει. Για την ακρίβεια, δεν ενθουσιάζεται ούτε με τις συνεντεύξεις-είναι ο ορισμός του αντιστάρ. Οχυρωμένος πίσω από τη γνήσια αγάπη του για τη δημιουργία και την απαραίτητη, για εκείνον, αρμονία στις συνεργασίες του, υψώνει φράγμα στην απαίτηση της εποχής για υπερ-έκθεση.

Ο “Κωλόκαιρος” αγγίζει τις προκαταλήψεις απέναντι στη διαφορετικότητα. Θα έλεγες ότι βρίσκεται ακριβώς στην καρδιά της εποχής μας;

Ναι, αν και στην αρχή, ο Γιώργος Παλούμπης κι εγώ δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει . Όμως, οι πληροφορίες που λαμβάνουμε καθημερινά μεταμορφώνονται σε ανησυχίες που, τελικά, περνούν στο κείμενο. Είναι ένα έργο που μιλάει για το δικαίωμά μας να μη φοβόμαστε. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κάνει οποιονδήποτε να νοιώθει ότι πρέπει να απολογηθεί για το πώς γεννήθηκε, πώς σκέφτεται, πώς ντύνεται.

Εσύ φοβάσαι ποτέ;

Ναι. Όμως, το δικαίωμά μου να μη φοβάμαι το διεκδικώ με πείσμα, καμιά φορά με θυμό.  

Θα μας μεταφέρεις στο ατμοσφαιρικό σκηνικό της παράστασης;

Είναι ένα μπουζουξίδικο στην Ελευσίνα, όπου έπειτα από 5 χρόνια εξαφάνισης εμφανίζεται ο πρώην διευθυντής του μαγαζιού, εντελώς αλλαγμένος. Εκεί συναντά τον αδελφό του, τη γυναίκα του, τον κουμπάρο του (τον οποίο υποδύομαι) κι έναν μουσικό του μαγαζιού. Του ζητούν εξηγήσεις. Και αρχίζει η πάλη του κεντρικού ήρωα για να καταφέρει να κρατηθεί, μέσα από την καινούρια του θέση, στην παλιά του ζωή. 

Το στοιχείο της “ελληνικής λαϊκότητας” πηγάζει από τον χώρο όπου διαδραματίζεται η ιστορία;

Αυτό είναι το προφανές. Όμως εμένα γενικά  με ενδιαφέρει να μιλάω για ανθρώπους τέτοιους. Σαν τη μάνα μου, τον πατέρα μου, τον αδελφό μου, τον γείτονά μου, τον ντελιβερά…Αυτοί με απασχολούν. Οι απλοί άνθρωποι. Ο λαός.

Τι σχέση έχει η λαϊκότητα του  σύγχρονου Έλληνα με αυτήν που βλέπουμε στις παλιές ελληνικές ταινίες;

Αυτό το πράγμα, το ίντερνετ, έχει αλλάξει την κοινωνία σε πολλά επίπεδα. Δεν υπάρχει λαϊκή αθωότητα… Το ίντερνετ έχει επηρεάσει οτιδήποτε αυθεντικό υπήρχε, έχει απλώσει τα πλοκάμια του και το έχει μεταλλάξει, του έχει βάλει λούστρο, το έχει διαλύσει. Φαινομενικά, επικοινωνούμε ευκολότερα, όμως την ουσιαστική επικοινωνία την έχουμε χάσει. Τουλάχιστον αυτό βιώνω εγώ.

Στον “Κωλόκαιρο” το δράμα συνυπάρχει με το χιούμορ. Η γλώσσα θα είναι σκληρή;

Νομίζω ότι σχεδόν δεν ακούγεται σκληρή, παρόλο που υπάρχει μπινελίκι. Είναι η γλώσσα που, λόγω καταστάσεων, αναγκάζονται να μιλήσουν οι χαρακτήρες, δεν είναι αυτοσκοπός. Εμένα στο έργο μου ακούγεται πιο σκληρό κάτι που λέει ένας ήρωας στον άλλον: “Με ρήμαξες”. Αυτό με χτυπάει περισσότερο από οποιαδήποτε βρισιά.  

Θα μας μιλήσεις λίγο για τη συνεργασία σου με τον Σταμουλακάτο, αυτόν τον εκρηκτικό ηθοποιό;

Τον Στάθη τον ήξερα από τις ταινίες του Γιάννη Οικονομίδη, ήξερα και ότι είχε συνεργαστεί πιο παλιά με τον Γιώργο Παλουμπή, όμως πρώτη φορά στο θέατρο τον είδα στο “Στέλλα Κοιμήσου” και έπαθα!

Όπως όλοι μας!

Είναι συγκλονιστικός ηθοποιός. Αυτή η ορμή, αυτό το τεράστιο ένστικτο… Τον ζηλεύω και τον χαίρομαι. Συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά στο “Εθνικό Ελληνορώσων”, που εκτυλισσόταν  σε ένα γήπεδο μπάσκετ. Σε μια στιγμή σύγκρουσης, έπρεπε να σταθώ μπροστά του, να τον κοιτάξω κατάματα και να πω κάποια πράγματα. Ε, και είμαστε απέναντι, του μιλάω, μου μιλάει, με κοιτάει στα μάτια κι εγώ…κατεβάζω το κεφάλι! Πέρασα έναν μήνα μέχρι να πείσω τον εαυτό μου να σηκώσω το βλέμμα και να συγκρουστώ μαζί του (γέλια). 

Νιώθω ότι ανήκεις σε μια φουρνιά ηθοποιών που, ενώ συχνά εκπέμπουν αύρα παραδοσιακού αρσενικού, δε διστάζουν  καθόλου να ψαχτούν, να ανατρέψουν το μάτσο στερεότυπο, να τσαλακωθούν, μέσα από τους ρόλους ή τα project που τους απασχολούν. Σταμουλακάτος, Μπισμπίκης, εσύ…Μια εικόνα φαινομενικά τραχιά και ακατέργαστη, χωρίς γυαλάδες, όμως με έντονα κατεργασμένη, σημερινή σκέψη και κρυμμένη τρυφερότητα. Συμφωνείς;

Ήδη αισθάνομαι άσχημα να μιλάω για τον εαυτό μου…Έτσι όπως το ακούω μου αρέσει αυτό που λες, απλά δεν μπορώ να ξέρω τι εκπέμπω στον άλλον. Αυτό που σίγουρα μπορώ να πω είναι ότι το τελευταίο πράγμα που με ενδιαφέρει είναι η εικόνα μου, το πώς με βλέπουν.  Εμένα με απασχολεί μόνο η δουλειά. Να βγάζουμε το έργο, να αρέσει, να μην αρέσει, να ξεκινούν συζητήσεις…  

Είναι εμφανής η σεμνότητά σου, όμως όταν κάτι έχει ανταπόκριση στις καρδιές του κόσμου, δεν νιώθεις πλήρωση;

Χαρά τεράστια. Συγκίνηση. Αυτό που μου συνέβη με τα “Μαγνητικά πεδία” δεν μπορώ να σου το περιγράψω. Βουρκώνω και τώρα που σου μιλάω.

Αν σταχυολογήσει κανείς τις δουλειές σου, ειδικά τις πρόσφατες, εντυπωσιάζεται. Καλό ένστικτο;

Είναι ένας συναγερμός μέσα μου, που βαράει όταν μου προταθεί κάτι που δεν μου αρέσει.  Για να καταλήξω σε αυτά που αναφέρεις, έχω αποφύγει άλλα πράγματα. Για αρκετά χρόνια εργαζόμουν και ως σερβιτόρος, ακριβώς για να μπορώ  να προστατεύσω τον εαυτό μου από τα εύκολα “ναι”. Βγαίνεις από τη σχολή και θέλεις να δουλέψεις. Σε ένα καθημερινό σίριαλ, σε μια παράσταση, σε κάτι. Μπορεί, λοιπόν, να δουλέψεις σε μια μπούρδα στην τηλεόραση, να τύχει να γίνεις γνωστός γρήγορα, να κάνεις τον ηθοποιό και να πληρώνεσαι γι’ αυτό, τελικά όμως κάνεις αυτό που ήθελες αρχικά;  

Η σχέση σου με την τηλεόραση ποια είναι;

Διάφορες guest, κυρίως, εμφανίσεις, στα “Έτερος Εγώ”, “Το σόι σου”, “Ζακέτα να πάρεις”, “Σχεδόν ενήλικοι”… Και τώρα συμμετέχω στο “Μια νύχτα τον Αυγουστο”, στην ΕΡΤ 1. Γι αυτό το τελευταίο είμαι πολύ χαρούμενος. Το γύρισμα έγινε με 100% κινηματογραφικούς όρους και με ηρεμία. Δεν τις θέλω καθόλου τις εντάσεις-αναφέρομαι στις προσωπικές, όχι στις δημιουργικές. Εκεί, λοιπόν, υποδύομαι έναν φυλακισμένο. Τον νταή της φυλακής.  

Έχεις υποδυθεί πολλές φορές τον παπά, τον μοναχό, ακόμα και τον…θεό!

Και τον αγρότη. Έχω κάνει τρεις παπάδες και επτά αγρότες. Όπως πολύ σωστά μου είχε πει παλαιότερα ο Γιώργος Χρανιώτης, “εσύ, παιδί μου, είσαι αγροτικός ηθοποιός”! (γελάει).

Πιστεύεις; Η μάλλον, σε τι πιστεύεις;

Στα απλά. Που είναι και το πιο σημαντικά. Στη φιλία. Στην αλληλεγγύη. Και αν πιστεύω σε κάποιον Θεό, αυτός είναι ο Θεός της γιαγιάς μου. Θυμάμαι που καθόταν σε μια γωνία, κοντά στις εικόνες, και κάθε βράδυ έπεφτε στα γόνατα και Του μιλούσε. Είμαι σίγουρος ότι της απαντούσε. Αυτός ο Θεός υπήρχε, είμαι σίγουρος. Την πίστη των άλλων τη σέβομαι. Τον μηχανισμό της θρησκείας όχι. Πίστεψε ό,τι θέλεις, αλλά αν η πίστη σου επηρεάζει αρνητικά ζωές, να τη βράσω.

Οι συνεργασίες σου σε διεθνείς παραγωγές τι σου πρόσφεραν;

Ήταν μικρές συμμετοχές σε ξένες παραγωγές. Αυτό που μου πρόσφεραν ήταν να δω έναν άλλον τρόπο στη δουλειά μας, λίγο πιο πλούσιο, ας πούμε. 

Αν δεν ταξιδέψεις και λίγο έξω από τα ελληνικά εργασιακά σύνορα, δεν ξέρεις πώς είναι ο υπόλοιπος κόσμος, σωστά;

Ναι, αν και με τα ταξίδια δεν το πολυέχω. Δεν με ελκύουν, δε θέλω να ταξιδεύω. Όμως, μου αρέσουν τα ταξίδια που κάνω για τη δουλειά.

Η Κεφαλλονιά των “Μαγνητικών Πεδίων” δε σε γοήτευσε;

Περισσότερο με γοήτευσε αυτό που ζήσαμε. Οι άνθρωποι. Ναι, είναι πανέμορφο το τοπίο της Κεφαλλονιάς, αλλά τι σημασία έχει να βλέπεις τη θάλασσα αν δεν τη βλέπεις με κάποιον δίπλα σου; Αν θέλεις να δεις ένα ωραίο μέρος, υπάρχει και το ίντερνετ. Το δικό μου ζητούμενο είναι πάντα οι άνθρωποι.

Ο άνθρωπος δίπλα σου, στη συγκεκριμένη ταινία, ήταν η Έλενα Τοπαλίδου. Τι σκέφτεσαι για εκείνη;

Δεν έχω λόγια για την Έλενα. Μου προκαλεί δέος. Μόνο όμορφα συναισθήματα σου βγάζει αυτός ο σπάνιος άνθρωπος. Για πολύ λίγους μπορώ να πω, “αυτός είναι καλλιτέχνης”. Ε, η Ελενα είναι ο ορισμός του καλλιτέχνη. Όλοι οι άλλοι καμωνόμαστε τους καλλιτέχνες.

Αυτή την περίοδο τι άλλο κάνεις;

Τα “Ματωμένα χώματα”, ξανά. Είμαι πολύ χαρούμενος και γι’ αυτήν την παράσταση. Ετοιμάζω, επίσης, το θεατρικό μου “Εθνικός Ελληνορώσων” για σενάριο, και υπάρχει και μια ταινία που κάνω με τον Αλέξανδρο Τσιλιφώνη, όπου θα παίξω ενώ συμμετέχω και στο σενάριο. Ονομάζεται “National Road”, ξεκινάμε γυρίσματα τον Νοέμβριο. 

Πώς θα ήθελες να φύγει ο θεατής από τον “Κωλόκαιρο”;

Η απάντηση είναι λίγο σύνθετη… Δεν μου αρέσει να κάνουμε έργα για να είμαστε καλά μεταξύ μας. Για παράδειγμα, μου φαίνεσαι άνθρωπος με ανοχή στη διαφορετικότητα. Θέλω να έρθεις στο έργο και να νιώσεις ότι η επιλογή σου αυτή είναι σωστή. Όμως, το έργο δεν είναι για σένα. Είναι για τον άνθρωπο που δεν το έχει σκεφτεί ή έχει αντίθετη άποψη. Αν αυτός ο άνθρωπος το σκεφτεί, αν βγει έστω και λίγο αλλαγμένος, αυτό για μένα είναι νίκη. Γι΄ αυτούς τους ανθρώπους είναι ο “Κωλόκαιρος”. Δεν είναι για μας. Πρέπει, νομίζω, να αρχίσουμε να κάνουμε έργα όχι για τον κύκλο μας. Επιπλέον, έχω την αίσθηση ότι αυτή η παράσταση είναι λαϊκό θέατρο. Και μου αρέσει αυτό.  

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ REAL.GR